Μια κριτική αναδίφηση της καταγωγής ορισμένων φυλών του Ισραήλ και πιθανολόγηση σχέσης τους με Αιγαιακά φύλα. Γράφει ο Στέφανος Βογαζιανός – Roy

 

 

                                                               

Στέφανος Βογαζιανός – Roy Ιστορικός – Εθνολόγος

 

 

Ο τρόπος αναφοράς ορισμένων από τις φυλές του Ισραήλ στα κείμενα της Βίβλου σε συνδυασμό με τις ευρύτερες φιλολογικές(κυρίως) και αρχαιολογικές μαρτυρίες περί αυτών έχει προβληματίσει αρκετά την διεθνή επιστημονική κοινότητα σχετικά με το κατά πόσον αυτές οι φυλές ήσαν αμιγώς Εβραϊκές ή ακόμα και Σημιτικές.

Θα επιχειρήσω σ’ αυτό το άρθρο να κάνω μία παράθεση εκείνων των στοιχείων που δείχνουν να ισχυροποιούν την άποψη ότι αυτές οι φυλές δεν φαίνονται να αποτελούν ένα αυθεντικά Εβραϊκό σύνολο συμβατό με το γνήσια Σημιτικό προφίλ που φαίνονται να μοιράζονται οι υπόλοιπες φυλές του Ισραήλ. Οι δώδεκα γιοι του Ιακώβ (του επονομαζόμενου και Ισραήλ, όνομα που δόθηκε από τότε σε ολόκληρη την αντίστοιχη εθνότητα) από τους οποίους έλκουν την καταγωγή τους αλλά και τα ονόματά τους οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ ήσαν οι Ιωσήφ, Ιούδας, Ισάχαρ, Ζεμπούλουν, Ρεουβήν, Ναφθάλι, Συμεών, Λεβί, Δαν, Άσερ, Γαδ και Βενιαμίν.

 

 

Απ’ αυτούς οι έξι και συγκεκριμένα οι Ισάχαρ, Ζέμπουλουν, Ναφθάλι, Δαν, Άσερ και Γαδ παρουσιάζουν στοιχεία από πλευράς ηθών, εθίμων, δραστηριοτήτων, αντικειμένων καθημερινής χρήσης, ακόμα και λατρευτικών τάσεων, τα οποία συνθέτουν μία πολιτισμικά υβριδική εικόνα η οποία δεν παραπέμπει στο αμιγώς Ισραηλιτικό προφίλ των υπόλοιπων έξι φυλών και τους προσδίδει τουλάχιστον κάποια Χαναανικά στοιχεία και κατά δεύτερο λόγο , στην περίπτωση ορισμένων με πιο χαρακτηριστική εκείνη του Δαν, κάποια επίφαση, ίσως και συγγένεια, Αιγαιακής πολιτιστικής ταυτότητας.

Στο παρόν άρθρο θ’ ασχοληθώ σχεδόν αποκλειστικά με την φυλή του Δαν που εξαιτίας του ονόματός της που παραπέμπει στους Δαναούς παρουσιάζει για εμάς τους Έλληνες και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Ας σημειωθεί ότι ούτως ή άλλως η περίπτωση της συγκεκριμένης φυλής είναι και η πιο ενδιαφέρουσα για την διεθνή επιστημονική κοινότητα μια και είναι η κατ’ εξοχήν φυλή με τα περισσότερα στοιχεία μίας μη αμιγώς Ισραηλιτικής ομάδας. Θα ήταν φυσικά τουλάχιστον αφελές να ισχυρισθεί κάποιος ότι υπήρξε πολιτισμική ή εθνολογική συγγένεια μεταξύ των Ομηρικών Δαναών και της φυλής του Δαν , στηριζόμενος μόνο στην ακουστική ομοιότητα των ονομάτων τους. Υπάρχουν ωστόσο αρκετές άλλες ενδείξεις που δεν αποκλείουν μία τέτοια πιθανότητα.

 

Κατ’ αρχήν στο κείμενο της ευλογίας του Ιακώβ προς τους δώδεκα γιούς του ( Γένεσις 49 ), λίγο πριν πεθάνει στην Αίγυπτο όπου είχαν πάει και εγκατασταθεί οι Ισραηλίτες, χάρις κυρίως στη μεσολάβηση του Ιωσήφ στον Φαραώ, λόγω του λιμού που έπληττε τη Χαναάν, ο Ιακώβ λέει στον Δαν όταν τον ευλογεί ότι πρέπει να κρίνει το λαό του «σαν να ήταν μία από τις φυλές του Ισραήλ» (Γένεσις 49, 16). Είναι ο μόνος γιος στον οποίο απευθύνεται μ’ αυτό τον τρόπο ο Ιακώβ. Γιατί του το λέει αυτό; Είναι σαν να εννοεί ότι η φυλή του Δαν δεν είναι καθαρά Εβραϊκή και ότι καταχρηστικά της παρέχεται το δικαίωμα της συμμετοχής στη συμφωνία που συνήψαν οι Ισραηλίτες Πατριάρχες με τον Θεό και κατά συνέπεια τα εξ αυτής απορρέοντα προνόμια , όπως η ευλογία που δίνεται από τον Ιακώβ στους γιους του και τους απογόνους τους.

Στον ύμνο της Ντέμπορα , μίας από τις σημαντικότερες κριτές των Ισραηλιτών , όπου περιγράφεται με πομπώδη, ποιητικό και πανηγυρικό τρόπο η μεγάλη νίκη των Ισραηλιτών κατά των Χαναναίων του Σίσερα ,στρατηγού του βασιλιά Τζαμπίν , γίνεται αναφορά στο βαθμό ετοιμότητας και προθυμίας κάθε μίας φυλής του Ισραήλ χωριστά, να πολεμήσει εναντίον των ενιακοσίων σιδερόφραχτων αρμάτων των Χαναναίων.

 

 

Για  τη φυλή του Δαν λέγεται ότι δεν επέδειξε καμία προθυμία να συμμετάσχει στο κάλεσμα για πόλεμο εναντίον των Χαναναίων, μένοντας στα πλοία της (Κριτές 5, 17). Το αξιοσημείωτο εδώ είναι ότι αποδίδεται στη φυλή του Δαν το στοιχείο της ενασχόλησης με πλοία , ενώ είναι γενικά αποδεκτό ότι όλες οι φυλές του Ισραήλ ασχολούνταν με την γεωργία και την κτηνοτροφία, όπως εξάλλου δηλώνει ο Ιωσήφ όταν συμβουλεύει τ’ αδέλφια του για το τι θα πουν στον Φαραώ για να τους επιτραπεί να εγκατασταθούν στην περιοχή του Γκόσεν στην Αίγυπτο λόγω του μεγάλου λιμού στη Χαναάν (Γένεσις 46, 32-34 ) και όπως φαίνεται από την δήλωση των αδελφών του στον Φαραώ στη συνέχεια του κειμένου (Γένεσις 47, 3-6).

 

                                   

 

Ας σημειωθεί ότι κάτι σχετικό αναφέρεται και για τη φυλή του Άσερ, επικρίνονται δηλαδή και αυτοί για την απροθυμία τους ν’ ανταποκριθούν στο πανεθνικό κάλεσμα για την κρίσιμη μάχη και για το ότι προτίμησαν να παραμείνουν στις παράκτιες περιοχές (όπου προφανώς ήταν εκείνες όπου ζούσαν ή σύχναζαν) ,κάτι που επίσης είναι παράξενο για τους παραπάνω αναφερόμενους λόγους (αυτόθι). Παρεμπιπτόντως αυτές οι δύο φυλές οι οποίες ανήκουν στο γκρουπ εκείνων που δεν φαίνονται αμιγώς Ισραηλιτικές, είναι και οι μόνες στον ύμνο της Ντέμπορα που συνδέονται με το υγρό στοιχείο και κατ’ επέκταση με τις αλιευτικές και ναυτιλιακές δραστηριότητες.

 

Υπάρχουν όμως και άλλες παράξενες αναφορές στους Δανίτες στην Παλαιά Διαθήκη, όπως ότι εμφανίζονται να αλλάζουν τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις , κάτι το αδιανόητο και κυριολεκτικά το έσχατο αμάρτημα για τους Ισραηλίτες. Παρουσιάζονται να λατρεύουν είδωλα από σκαλισμένο ξύλο και χυτοσίδηρο και να χρησιμοποιούν Λευίτες ιερείς από τη φυλή του Ιούδα ενώ το έθιμο για όλες τους Ισραηλίτες ήταν να επιλέγουν ιερείς μόνο από τη φυλή στην οποία ανήκαν (Κριτές 18).

 

Εντύπωση ακόμα προξενεί ότι οι Δανίτες δεν έχουν δική τους γη για να ζήσουν, σύμφωνα με το κείμενο που αναφέρει τις παραπάνω ανορθόδοξες συνήθειές τους. Ο λόγος ήταν ότι δεν τους είχε δοθεί, όλως περιέργως, κάποια περιοχή, σαν κληροδότημα, ώστε να μπορούν να την κατοικήσουν, κάτι που κάνει τον ερευνητή ν’ αναρωτιέται μήπως οι Ισραηλίτες δεν τους θεωρούσαν αμιγώς δικούς τους . Αναγκάζονται έτσι να μεταναστεύσουν προς βορρά και τελικά εγκαθίστανται στην πόλη της Λάις στη βόρεια Χαναάν, βόρεια της πόλης Χαζόρ, που κατοικούνταν από φιλήσυχους ανθρώπους.

 

Οι Δανίτες τελικά κατέκτησαν την πόλη και την ξανάκτισαν, μετονομάζοντάς την σε Δαν προς τιμήν του γενάρχη τους και γιου του Ιακώβ. ́Με δεδομένο ότι η πόλη της Λάις ήταν σύμμαχος με τη Φοινικική πόλη της Σιδώνος ( τον τρόπο ζωής των κατοίκων της οποίας μάλιστα οι κάτοικοι της Λάις εμιμούντο , σύμφωνα με το σχετικό κείμενο των Κριτών 18, 7 ) την οποία κατέκτησε η υπό την Ασσυριακή κυριαρχία του Τιγκλάθ Πιλέζερ του 1 ου πόλη της Άσκαλον το 1100 περίπου π.Χ., συμπεραίνουμε ότι η κατάληψή της Λάις από τους Δανίτες θα πρέπει να έγινε κατά την διάρκεια του 12αι π.Χ., αφού οι πανίσχυρη τότε Ασσυριακή αυτοκρατορία είχε καταλάβει και όλες τις συμμαχικές με την Σιδώνα πόλεις, άρα και την Λάις.

 

Οι Δανίτες αργότερα κατά τον 11 ο αιώνα εξαπλώθηκαν και σε νότιες περιοχές της σημερινής Παλαιστίνης , και συγκεκριμένα στην περιοχή της σημερινής Γιάφας στο Ισραήλ, πολύ κοντά στην οποία βρίσκεται η αρχαία Ισραηλιτική πόλη Τελ Κασιλέ η οποία είναι μεταξύ των τοποθεσιών όπου έχει βρεθεί η λεγόμενη «Φιλισταϊκή κεραμική» , ένας τύπος κεραμικής που είναι , σε μεγάλο βαθμό μία παραλλαγή του λεγόμενου ΥΕ ΙΙΙ Γι β τύπου της Μυκηναϊκής κεραμικής.

Η κεραμική αυτή έχει βρεθεί σ’ όσες τοποθεσίες έχουν συνδεθεί μ’ εγκατάσταση των Βιβλικών Φιλισταίων αλλά και σε μερικές ακόμα τοποθεσίες όπως και η προαναφερθείσα Λάις που είναι και η βορειότερη τοποθεσία όπου έχει ανακαλυφθεί αυτός ο τύπος κεραμικής. Σ’ αυτό το σημείο πρέπει να γίνει αναφορά στην πολυσυζητημένη ομάδα των Λαών της Θάλασσας , δηλαδή σ’ εκείνους τους επιδρομείς- μετανάστες λαούς που επιχειρούν να εισβάλλουν στην Αίγυπτο δύο φορές , σύμφωνα με τα Αιγυπτιακά αρχεία των Φαραώ Μερνεπτά και Ραμσή ΙΙΙ , κατά τα τέλη του 13 ου αι . και τις αρχές του 12αι. αντίστοιχα.

 

Στην πρώτη περίπτωση, ο Μερνεπτά φέρεται κατά το 5 ο έτος της βασιλείας του (1220 π.Χ.) και σύμφωνα με την αναθηματική στήλη της νίκης του που έχει βρεθεί στις Θήβες καθώς και ένα αντίγραφό της στο ναό του Καρνάκ και ένα παρόμοιο κείμενο σε στήλη στη Μέμφιδα, να νικά ένα συνασπισμό που αποτελείται από Λίβυους και από τους συμμάχους τους που είναι οι Λούκα, οι Σερντέν, οι Εκουές, οι Τερές και οι Σεκελές. Οι Εκουές που είναι οι μόνοι που αναφέρονται σαν «Λαός της Θάλασσας» δύο φορές (Καρνάκ και Θήβες) έχουν συσχετισθεί με τους Ομηρικούς Αχαιούς και τους Αχιγιάουα των Χιττιτικών αρχείων.

Οι Λούκα έχουν θεωρηθεί πρόγονοι των Λυκίων των ιστορικών κειμένων, αφού και οι δύο φαίνεται να κατοίκησαν τα Ν.Δ. παράλια της Ανατολίας (Μ.Ασίας), και πιθανώτατα την παρακείμενη Καρία, ενώ οι Τερές φαίνεται ότι κατοίκησαν βόρεια αυτής της περιοχής της Ανατολίας, τους συσχετίζουμε δε με τους Τυρρηνούς πειρατές που κι αυτοί χρησιμοποιούσαν την ίδια περιοχή σαν ορμητήριο για τις επιδρομές τους . ΟΙ Σερντέν που, όπως και οι Σεκελές , αναφέρονται σαν «βόρειοι λαοί που έρχονται από τις χώρες της θάλασσας» στην μεγάλη επιγραφή του Καρνάκ, παρουσιάζονται ως σύμμαχοι των Αιγυπτίων σ’ άλλες περιστάσεις , όπως στην μάχη του Καντές στη βόρεια Συρία που οι τελευταίοι έδωσαν εναντίον των Χιττιτών το 1286/5 π.Χ. αλλ’ αυτό δεν πρέπει να ξενίζει αφού οι Σερντέν ήσαν μισθοφόροι και συντάσσονταν μ’ όποιον τους πλήρωνε καλύτερα.

 

Οι Σερντέν έχουν θεωρηθεί πρόδρομοι των ιστορικών κατοίκων της Σαρδηνίας , έχουν όμως επίσης συσχετισθεί και με την Ισραηλιτική φυλή του Άσερ κυρίως ( αλλά και του Δαν) , στη βάση του σκεπτικού ότι μετά την ήττα τους από τον Ραμσή τον 3ο κατά τη δεύτερη εκστρατεία τους εναντίον της Αιγύπτου (1186π.Χ.) εγκαταστάθηκαν από τους Αιγυπτίους σαν τοποτηρητικά στρατεύματα σε περιοχές της Χαναάν όπου επίσης βρίσκουμε την φυλή του Άσερ, κάτι που έδωσε λαβή στο σκεπτικό ότι απ’ αυτούς τους τέως επιδρομείς προήλθε η φυλή του Άσερ , ενδεχομένως δε και αυτή του Δαν (Σερντέν = Άσερ+ Δαν). Τέλος οι Σεκελές πιθανολογούνται ως οι πρόδρομοι των Σικελών της Ν. Ιταλίας και Σικελίας.

Είναι ιδιαιτέρως ενδιαφέρον το ότι η Έξοδος των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο φαίνεται ότι είχε ήδη γίνει όχι πολύ πριν το 1220 , δηλαδή τη χρονιά κατά την οποία λαβαίνει χώρα αυτή η επιδρομή των «βορείων επιδρομέων» κατά των Αιγυπτίων, αφού η στήλη που βρέθηκε στις Θήβες και περιγράφει τη νίκη του Μερνεπτά (βλ. πιο πάνω) είναι αυτό η πρωτογενής πηγή που κάνει την πρώτη χρονικά μνεία του Ισραήλ σαν εθνότητα που κατοικεί την Χαναάν.

 

Ένα ακόμα μεγαλύτερο κύμα «Λαών της Θάλασσας» απειλεί την Αίγυπτο τον 8 ο χρόνο της βασιλεία του Ραμσή του 3ου ( περίπου 1186 π.Χ.) και αυτή τη φορά ο συνασπισμός τους αναφέρεται στις επιγραφές του ναού του Μεντινέτ Χαμπού στις Θήβες καθώς και στον λεγόμενο πάπυρο Χάρις ότι αποτελείται από τους Πελεσέτ, τους Ντζεκέρ, τους Σεκελές , τους Ντενυέν και τους Γουεσές (ο πάπυρος Χάρις προσθέτει και τους Σερντέν). Και σ’ αυτήν την περίπτωση οι Αιγύπτιοι είναι οι νικητές , εγκαθιστούν δε τους ηττημένους «Λαούς της Θάλασσας» σαν μισθοφορικά -τ οποτηρητικά στρατεύματα στη Ν. Παλαιστίνη , ουσιαστικά για ν’αποτρέπουν τυχόν επιδρομές επίδοξων εισβολέων από την περιοχή αυτή εναντίον της Αιγύπτου. Η πιο ενδιαφέρουσα φυλή απ’ τους Λαούς της Θάλασσας και των δύο επιδρομών είναι οι Πελεσέτ που έχουν ταυτισθεί με τους βιβλικούς Φιλισταίους,, ένας λαός που παρουσιάζει πολλές και έντονες Κρητομυκηναϊκές διασυνδέσεις , τις περισσότερες από οιονδήποτε άλλον “Λαό της Θάλασσας”.

 

Οι Πελεσέ Φιλισταίοι φέρονται να έχουν ξεκινήσει από τα” νησιά στο κέντρο της θάλασσας” (Μεντινέτ Χαμπού, πάπυρος Χάρις), κάτι που αναπόφευκτα φέρνει στο μυαλό μας την Κρήτη, απεικονίζονται σαν δεινοί θαλασσοπόροι και θαλασσομάχοι , τα πλοία τους θυμίζουν αυτά που απεικονίζονται στις τοιχογραφίες της Θήρας του 16αι π.Χ., ο οπλισμός τους μοιάζει έντονα μ’ εκείνον των Ομηρικών ηρώων, στα κείμενα της Π.Διαθήκης (Κριτές, Βασιλείς, Σαμουήλ, Ψαλμοί) αναφέρονται σαν Κερεθίτες, Κερέθιμ ή Καφτόριμ , κάτι που παραπέμπει άμεσα στη φυλετική ονομασία Κρήτες, η γενέτειρά τους σαν Κάφτορ (ο εξεβραϊσμένος τύπος του Κεφτιού , του ονόματος που χρησιμοποιούσαν οι Αιγύπτιοι για την Κρήτη) , μεγάλο μέρος δε της κεραμεικής τους φαίνεται να προέρχεται από εκείνη την παραλλαγή του Μυκηναϊκού τύπου κεραμικής ΥΕΙΙΙΓιβ που ήκμασε στην Κύπρο από το 1250 έως το 1130, που παρεμπιπτόντως είναι σε αδρές γραμμές η περίοδος των επιδρομών των “Λαών της Θάλασσας” (μεταξύ των οποίων ήσαν και οι Φιλισταίοι).

 

Με δεδομένο ότι η Έξοδος των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο πρέπει να έγινε όχι πολύ πριν το το 1220 ( στήλες σε Θήβες και Καρνάκ, κοίτα πιο πάνω), δηλαδή λίγο πριν την πρώτη επιδρομή των Λαών της Θάλασσας εναντίον της Αιγύπτου του Μερνεπτά , και ότι οι Φιλισταίοι τοποθετήθηκαν, μαζί με τους άλλους Λαούς της Θάλασσας , από τους Αιγύπτιους στη Ν. Παλαιστίνη σαν τοποτηρητικά στρατεύματα (Μεντινέτ Χαμπού, Πάπυρος Χάρις) αμέσως μετά την ήττα τους, το 1186 , από τον Φαραώ Ραμσή τον 3ο , μπορούμε λογικά να υποθέσουμε ότι οι Ισραηλίτες ήσαν ήδη στη Χαναάν, όταν οι Φιλισταίοι εγκατεστάθηκαν εκεί γύρω στο 1186-1180.

 

Το ερώτημα “γιατί οι Φιλισταίοι, αφ’ ης στιγμής συνδέονται στις Βιβλικές πηγές με τους Κρήτες (Μινωίτες), δεν αναφέρονται από τις Αιγυπτιακές πηγές με το όνομα που χρησιμοποιούσαν οι Αιγύπτιοι για ν’ αναφέρονται στους Μινωίτες, δηλαδή με το “Κεφτιού”(κάτι που το ξέρουμε από τις παραστάσεις και τις επιγραφές στους τάφους των Αιγυπτίνων αξιωματούχων Ουζέρ Αμέν και Μενκεπερεσέμπ κατά τη διάρκεια της βασιλείας των Χατσεπσούτ και Τούθμωση του 3ου) ή μ’ ένα άλλο όνομα πιο οικείο στη διεθνή βιβλιογραφία σχετικά με τα φύλα του Αιγαίου χώρου στην εποχή του Χαλκού (όπως π.χ. με το όνομα Εκουές ή Ντενυέν που παραπέμπουν σε Αχαιούς και Δαναούς και τα χρησιμοποιούν οι Αιγύπτιοι για κάποιους απ’ τους Λαούς της Θάλασσας) μπορεί ίσως ν’ απαντηθεί από το ότι οι Πελεσέτ-Φιλισταίοι ενδέχεται ν’ αποτελούσαν ένα όχι ομοιογενές , αυθεντικά Μινωικής ή Μυκηναϊκής καταγωγής σύνολο , αλλά μία υβριδική , μεικτής σύνθεσης ομάδα, συναποτελούμενη και από τις δύο αυτές ή και περισσότερες εθνότητες , κάτι που πιθανώτατα μπέρδεψε τους Αιγύπτιους γραφείς που επινόησαν μία καινούργια ονομασία γι’ αυτό το σύνολο.

 

Ενδέχεται όπως θα δούμε οι Πελεσέτ -Φιλισταίοι , όταν εγκατεστάθηκαν στην Παλαιστίνη, να διεσπάσθηκαν σύντομα και ένα τμήμα τους να συμμάχησε και συγχρωτίσθηκε με εγχώριες φυλετικές ομάδες τις οποίες θεώρησε ότι φέρουν κοινά μ’ αυτούς πολιτιστικά και ίσως και φυλογενεικά στοιχεία, αφήνοντας την εναπομείνασα Φιλισταϊκή ομάδα ν’ αποτελείται μόνο από το Μινωικής προέλευσης τμήμα, κάτι που φαίνεται να επιρρωννύεται από το γεγονός της αναφοράς των σχετικών χωρίων της Βίβλου στους Φιλισταίους ως “καταλοίπων της γης της Κάφτορ (Κρήτης)” ή ως “Κερέθιμ / Κερεθιτών / Καφτόριμ (Κρητών) και όχι με όνομα δηλωτικό κάποιας άλλης εθνότητας. Για να διερευνήσουμε αυτή την πιθανότητα χρειάζεται να καταφύγουμε στη εξέταση της ταυτότητας των Ντενυέν / Ντανούνα στα Αιγυπτιακά κείμενα της Αμάρνα και των Λουβικής διαλέκτου κειμένων του Καρατεπέ στη ΝΑ Ανατολία .

                                                                                                   

 

Οι Ντενυέν, ένας Λαός της Θάλασσας, που όπως είπαμε πιο πάνω, ήταν μέρος των συνασπισμένων εισβολέων που απείλησαν την Αίγυπτο το 1186 π.Χ., ήσαν γνωστοί στους Αιγύπτιους από τα αρχεία της βασιλικής αλληλογραφίας της Αμάρνα τον 14ο αι.π.Χ , όπου η γη των Ντανούνα αναφέρεται πριν το βασίλειο της Ούγκαριτ, του Καντές και της Αμούρου σε μια λίστα περιοχών που εκτείνεται από βορά προς νότο, άρα θα πρέπει να ήταν βόρεια της Ούγκαριτ και του ποταμού Ορόντη.

Με δεδομένο ότι στις εκστρατείες του Χιττίτη βασιλιά Σουπιλουλιούμα του 1ου στη Β..Συρία (1373-1335) οι πόλεις Αλέπο και Καρκέμις “τοποθετούνται” στη Β.Α. Συρία , η Αλαλάχ και η Ούγκαριτ στη Β.Δ. και η Κιζουάτνα (Κιλικία) στο κατ’ εξοχήν Βόρειο κομμάτι της, συμπεραίνει κανείς ότι μόνη περιοχή που μένει για να ταυτοποιηθεί με την “γη των Ντανούνα ” είναι η περιοχή των Χατάι στη βόρειο Συρία , νότια των σημερινών Αδάνων και του Σιντζιρλί στη σημερινή Τουρκία, αλλά βόρεια των βορειοσυριακών πόλεων Ούγκαριτ, Αλαλάχ και Αλέπο.

 

 

Η μεγάλη επιγραφή σε Λουβική διάλεκτο που έχει βρεθεί στο Καρατεπέ , μία πόλη στις όχθες του ποταμού Σεϋχάν , βόρεια των Αδάνων στη σημερινή Νότια Τουρκία, μας πληροφορεί ότι τον 8ο αι π.Χ. υπήρχε εκεί “το βασίλειο των Ντανούνα/Ντενενιίμ” με πρωτεύουσα τα Άδανα και με την περιοχή του Καρατεπέ στη σφαίρα επιρροής της, με συμμάχους του το βασίλειο της Κιλικίας και τα νεοχιττιτικά βασίλεια των Καρκέμις και Σιντζιρλί με τα οποία μοιράζονταν τη Λουβική διάλεκτο αλλά και την Χιττιτική Ιερογλυφική γραφή. Η επιγραφή αυτή μας πληροφορεί ότι ο ηγεμόνας του Καρατεπέ, κατά τον 8ο αι. Ασιταγουάντας ισχυριζόταν ότι ήταν απόγονος του Μόψου , Έλληνα ήρωα που στις Ελληνικές μυθογραφικές πηγές αναφέρεται σαν ηγεμόνας της Κολοφώνος η οποία έχει σαφείς Μυκηναϊκές διασυνδέσεις (Μυκηναϊκούς θολωτούς τάφους).

 

 

 

Ο Ηρόδοτος μας λέει ότι ο Μόψος και οι υπήκοοί του, ενώθηκαν με μια ομάδα Ελλήνων που επέστρεφαν από την Τροία και διασχίζοντας προς νότο την Ανατολία και συγκεκριμένα μέσω της Παμφυλίας , ίδρυσε πόλεις στις περιοχές τησ Φασέλιδος, της Ασπένδιος και της Κιλικίας , μέχρι που έφτασε, σύμφωνα με τον Λύκιο ιστορικό Ξάνθο, στην πόλη της Άσκαλον στην Παλαιστίνη , όπου και πέθανε. Ας σημειωθεί ότι η Άσκαλον ήταν μία από τις πόλεις που συνιστούσαν την λεγόμενη Φιλισταϊκή Πεντάπολη (Γάζα, Ασντόντ, Άσκαλον, Εκρόν και Γκαθ).

 

 

Έχοντας λοιπόν υπ’ όψη όλα τα παραπάνω και βάζοντας προσεκτικά στη σωστή θέση τα κομμάτια του παζλ που συνιστά την ιστορική ακολουθία των γεγονότων της ταραγμένης εικόνας των 13ου και αρχών του 12αι π.Χ. στην Ανατολία , Συροφοινικική ακτή , Παλαιστίνη και Αίγυπτο, θα μπορούσαμε να κάνουμε τους παρακάτω ισχυρισμούς: φαίνεται ότι στην περίπτωση του Μόψου και όσων των ακολούθησαν στην προς νότο πορεία του από την Ανατολία, “κρύβεται” μία μεταναστευτική μετακίνηση κάποιων Ινδοευρωπαϊκών ,πιθανώτατα Μυκηναϊκών φύλων (όπως μας δείχνει η πληροφορία ότι ήσαν Ελληνικής καταγωγής στοιχεία που επέστρεφαν από την Τροία μετά την άλωσή της, αλλά και η περίπτωση του ίδιου του Ελληνικής καταγωγής Μόψου που τ’ ακολούθησε) τα οποία , αναζητώντας πιθανώτατα πρόσφορη γη για εγκατάσταση , ακολούθησαν μία προς νότο πορεία ,εγκαθιστάμενοι , ίσως πειραματικά , στην προσπάθεια να βρουν αυτό που τους ταίριαζε, σε διάφορες περιοχές (Φασέλις , Ασπένδιος, Κιλικία), όχι πάντα ειρηνικά αλλά αφού πρώτα σε κάποιες περιπτώσεις θα προηγήθηκε πολεμική σύρραξη, μέχρις ότου φθάσανε στην Παλαιστίνη όπου και εγκαταστάθηκαν στη Άσκαλον.

 

 

Με δεδομένο ότι ο Τρωικός πόλεμος πρέπει να έγινε γύρω στο 1250- 1230, και ότι τέτοιου είδους επιστροφές μετά από πολέμους μπορούσαν να διαρκέσουν κάποια χρόνια ( όπως μας δείχνει η Οδύσσεια), η όλη δράση των ομάδων που ακολούθησαν τον Μόψο φαίνεται να είναι σύγχρονη περίπου μ’ εκείνη του πρώτου κύματος των Λαών της Θάλασσας επί εποχής Μερνεπτά (1220) στο οποίο μάλιστα πιθανώτατα συμπεριλαμβάνονταν Μυκηναϊκά στοιχεία , όπως δείχνει η περίπτωση των Εκουές (Αχαιοί ίσως).

 

 

Τα φύλα που μετακινήθηκαν μέσω Παμφυλίας και Κιλικίας προς Παλαιστίνη , επιστρέφοντας από την Τροία, και με τα οποία ενώθηκε ο Μόψος, μπορεί κάλλιστα να είναι μεταξύ αυτών των πρώτων Λαών της Θάλασσας, που μετά την αποτυχία τους να εισβάλλουν στην Αίγυπτο , εγκαταστάθηκαν, εν μέρει τουλάχιστον, στην Παλαιστίνη. Η Έξοδος των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο δεν αναφέρεται στα Αιγυπτιακά αρχεία πριν το 1220 οπότε γίνεται και η πρώτη μνεία της μαζικής παρουσίας των Ισραηλιτών στην Χαναάν από τα αρχεία του Μερνεπτά σε Θήβες και Καρνάκ, άρα η Έξοδος πρέπει να έγινε λίγο μετά τον Τρωικό πόλεμο και περίπου τον ίδιο καιρό με τις επιδρομές των πρώτων Λαών της Θάλασσας.

Συνεπώς οι Ισραηλίτες φθάνουν από την Αίγυπτο στην Παλαιστίνη τον ίδιο περίπου καιρό που καταλήγουν εκεί τα Μυκηναϊκά φύλα (ίσως οι πρώτοι Λαοί της Θάλασσας) ερχόμενα, όπως είπαμε πιο πάνω, από την Τροία, μαζί με την επίσης Μυκηναϊκής προέλευσης ομάδα του Μόψου. Είναι πολύ πιθανό τα Μυκηναϊκά αυτά στοιχεία να συγχρωτίσθηκαν με τους Ισραηλίτες και ν’ απορροφήθηκαν απ’ αυτούς, όντας λιγότερα, όπως είναι φυσικό, σε αριθμό αλλά και βρίσκοντας εαυτούς σε περισσότερο ανοίκειο περιβάλλον απ ́ότι οι Ισραηλίτες που είχαν ήδη , επί εποχής των πρώτων Πατριαρχών τους , κατοικήσει την Χαναάν.

Απ’ αυτόν τον συγχρωτισμό πιθανώτατα προήλθε η μη γνήσια Ισραηλιτική φυλή του Δαν, που ίσως ονομάστηκε έτσι εξ αιτίας του κυρίαρχου φυλετικά στοιχείου που υπήρχε στις ομάδες που ,έχοντας έρθει από Ανατολία (Τροία, Παμφυλία, Κιλικία), τελικά απορροφήθηκαν από τους Ισραηλίτες οι οποίοι , ίσως για λόγους εθνικού γοήτρου , έσπευσαν να παρουσιάσουν την τόσο όψιμα δημιουργηθείσα και ενταγθείσα ς’ αυτούς φυλή του Δαν, σαν μία από εκείνες που είχαν εξ αρχής συσταθεί και ευλογηθεί από τον Ιακώβ, μη ξεχνώντας πάντως να κάνουν τις έμμεσες πλην σαφείς αιχμές τους για την μη αυθεντικότητά της (ευλογία του Ιακώβ, κάλεσμα όλων των φυλών από την Ντέμπορα).

 

 

Όταν μετά την δεύτερη επιδρομή των Λαών της Θάλασσας, οι Πελεσέτ/Φιλισταίοι εγκατεστάθηκαν στην Παλαιστίνη σαν τοποτηρητικά στρατεύματα από τον Ραμσή τον 3ο (βλέπε πιο πάνω), πιθανώτατα εκείνο το κομμάτι τους που είχε Μυκηναϊκή, και όχι Μινωική προέλευση, προσχώρησε επίσης στη φυλή του Δαν, δηλαδή στους Ισραηλίτες, διαπιστώνοντας ότι η συγκεκριμένη φυλή είχε την ίδια εθνολογική καταγωγή μ’ αυτούς αλλά και εκτιμώντας ότι είχε λίγες πιθανότητες να κατισχύσει των πολυπληθέστερων Ισραηλιτών , σε ένα μάλιστα άγνωστο και εχθρικό γι’ αυτούς περιβάλλον. Έτσι οι Φιλισταίοι θα κατέληξαν ν’ αποτελούνται μόνο από το Μινωικό στοιχείο , κάτι που φαίνεται από το ότι στα κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης αναφέρονται σαφώς σαν “Κρήτες” (Κερεθίτες, Καφτόριμ) , κάτι που θα είχαν κάνει και οι Αιγύπτιοι , αλλά που δεν έκαναν αφού , σύμφωνα με την παραπάνω ανάλυση, το αρχικό κύμα των Πελεσέτ/Φιλισταίων είχε μεικτή φυλετική σύνθεση.

(Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΟΥΝΕΣΚΟ ΤΛΕΕ Ιουνίου-Ιουλίου 2009)

 

Στέφανος Βογαζιανός Roy – Σύντομο Βιογραφικό

Είναι απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής του Παν/μίου Αθηνών

με μεταπτυχιακές σπουδές στα Παν/μια Εδιμβούργου

και Γλασκώβης όπου και ανακηρύχθηκε Διδάκτωρ Συγκριτικής

Εθνολογίας με εξειδίκευση στην πολιτισμική διαδραστικότητα Ινδοευρωπαϊκών

και Σημιτικών πολιτισμών της Ύστερης Εποχής του Χαλκού στην Α. Μεσόγειο.

Είναι μόνιμο Μέλος του Γενικού Συμβουλίου του Παν/μίου

Γλασκώβης . Μέλος Διεθνούς Ακαδημίας Κοινωνικών Επιστημών , στη Φλόριντα

των ΗΠΑ και τέως Συγγραφέας και Κριτικός Επιστημονικού  και Διδακτικού υλικού

Ελληνικού Ανοιχτού Παν/μίου στην Ενότητα «Ελληνική Διασπορά» του Τομέα

«Ελληνικός Πολιτισμός».

Συνεργάτης Ελληνικών και Ξένων Επιστημονικών-

Ιστορικών Επιθεωρήσεων και Ομιλητής σε διεθνή

Συνέδρια και τηλεοπτικές εκπομπές με θέματα την

Ιστορικότητα της Βίβλου , την διαπολιτισμική

διαδραστικότητα Λαών της Ανατολικής Μεσογείου στην Ύστερη

Εποχή του Χαλκού και την επίδραση μυθολογικών κύκλων

σε μείζονες μεταγενέστερες θρησκευτικές αντιλήψεις.

Διδάκτωρ Πρακτικής Φιλοσοφίας του παν/μίου του

Παγκόσμιου Φιλοσοφικού Φόρουμ ( ΠΦΦ, www.wpf-

unesco.org ).

Μέλος; Επιτροπής Αξιολόγησης εισερχομένων

επιστημονικών συγγραμμάτων της Βιβλιοθήκης του

Παν/μίου Γλασκώβης , ιστορικού Διδακτικού Υλικού

για μεταπτυχιακά σεμινάρια και προόδου συγγραφής

μεταπτυχιακών διατριβών στον Τομέα της Ιστορικής

Ερμηνείας της Βίβλου και των διαπολιτισμικών και

φυλετικών συγχρωτισμών πολιτισμών της

Ανατολικής Μεσογείου κατά την Ύστερη Εποχή του

Χαλκού στο ίδιο Παν/μιο.

 

Καθηγητής Bisiness English σε σεμινάρια στελεχών

επιχειρήσεων.

Προϊστάμνενος κεντρικού παραρτήματος Αθηνών του

Παγκόσμιου Φιλοσοφικού Φόρουμ (Π.Φ.Φ) και Αντιπρόεδρος του,

σε διεθνές επίπεδο.

Διευθυντής εξ αποστάσεως Σπουδών Σωκρατικής Σχολής του Π.Φ.Φ.

Μέλος Επιστημονικής Επιτροπής Π.Φ.Φ .

-Τέως Αντιπρόεδρος Ομίλου για την UNESCO Τεχνών,

Λόγου και Επιστημών Ελλάδας.

Μέλος Δ.Σ του Παγκόσμιου Πολιτιστικού Κέντρο

ΟΛΥΜΠΟΣκαι Διδάσκων στο εκεί εξ αποστάσεως

Ανοικτό , avatar e-learning παν/μιο στον Τομέα της Πολιτισμικής

και Φυλετικής Διαδραστικότητας κατά την Ύστερη Εποχή του

Χαλκού στην Ανατολική Μεσόγειο.

 

Μέλος αντιπροσωπευτικής επιστημονικής ομάδος που

εκπροσώπησε το Π.Φ.Φ στις διεθνούς συμμετοχής

εορτασμούς της Παγκόσμιας Ημέρας της Φιλοσοφίας

Post Author: athensupdategr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *