Για μια δομικά ενεργητική άμυνα. Γράφει ο Βασίλειος Κωνσταντινόπουλος

 

Βασίλειος Λ. Κωνσταντινόπουλος Καθηγητής Πανεπιστημίου

 

Η μέχρι τώρα εμπειρία στα εξοπλιστικά προγράμματα της Ελλάδος και της Κύπρου

έχει πείσει ότι αυτά κινούνται στο πλαίσιο αποσπασματικών και μεμονωμένων και

όχι συγκροτημένων και συνολικών αμυντικών σχεδιασμών που ταυτόχρονα

συγκοινωνούν με την εγχώρια αμυντική βιομηχανία, τις πραγματικές αναλύσεις

δεδομένων και μελλοντικών απειλών και τον μακροπρόθεσμο προγραμματισμό για

την παραγωγή ενός σύνθετου αποτελέσματος, το οποίο και την αποτρεπτική

ικανότητα της χώρας θα ενισχύει και τη συμπαραγωγή ή την αυτόνομη παραγωγή

οπλικών συστημάτων θα προωθεί και την εγχώρια τεχνολογική εμπειρία θα

εκμεταλλεύεται και την ανεργία εν μέρει θα επιλύει. Είναι προφανές ότι πρόκειται για

έναν πολύπλοκο αλγόριθμο που η διαχρονική χαοτική προσέγγιση των Κυβερνήσεων

με κυρίαρχες συνιστώσες τις αγορές έτοιμων αμυντικών προϊόντων και την

ενθυλάκωση από τους επιτηδείους μεγάλων ποσών που έπρεπε κανονικά να

κατευθύνονται στην παραγωγική αμυντική διαδικασία. Αυτός ο τελευταίος

παράγοντας οδήγησε σε απαξίωση σημαντικά επιτεύγματα της ελληνικής αμυντικής

βιομηχανίας, όπως π.χ. ΤΟΜΑ ΛΕΩΝΙΔΑΣ και ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ, τα οποία, εξελιγμένα

σήμερα, θα μπορούσαν να είχαν καλύψει τις ανάγκες των τεθωρακισμένων

σχηματισμών μας, που εμφανίζονται με μια χαίνουσα αχίλλειο πτέρνα, ευπρόσβλητη

από τις τουρκικές δυνάμεις. Η συνύπαρξη Leopard 2HEL με ΤΟΜΠ M-113 αποτελεί

την πλέον αφύσικη και πρωτότυπη παγκοσμίως θωρακισμένη δυάδα, υβριδικής, θα

λέγαμε, προελεύσεως, κατάλληλη μάλλον για παρελάσεις, παρά για το πεδίο μάχης.

     

Η ίδια τύχη δυστυχώς επιφυλάχτηκε από τους ιδιοτελείς καρεκλοκένταυρους και

στο αεροπορικό σύστημα ΑΡΤΕΜΙΣ, πλαισιούμενο και από πυραύλους, όχι μόνο

πυροβόλα, το οποίο θα έδινε ώθηση στην αμυντική μας βιομηχανία και

αντιαεροπορική κάλυψη από τότε των τεθωρακισμένων και μηχανοκίνητων

σχεδιασμών μας. Το ίδιο ισχύει και για το σύστημα επιτήρησης του Αιγαίου, που είχε

εκπονηθεί από επιστήμονες του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου και που δυστυχώς

εγκαταλείφθηκε πριν καν τεθεί σε πιλοτική δοκιμή. Αν κανείς αναλογισθεί ότι το 730

π.Χ. η Ελλάδα δημιούργησε ένα τεχνολογικό θαύμα στη θάλασσα, την τριήρη, και

την επακολουθήσασα μεγάλη ναυτική παράδοση στη χώρα μας, είναι να θλίβεται για

την ανικανότητα και την αβελτερία των αρμοδίων κύκλων, που απαξίωσαν τη

ναυπηγική δραστηριότητα της χώρας και ενδυνάμωσαν την αντίστοιχη

δραστηριότητα της Τουρκίας (!!!). Αλλά ποτέ δεν είναι αργά, ιδίως σήμερα που οι

προηγμένες στην αμυντική τεχνολογία χώρες προσφέρουν προθύμως δυνατότητα

συμπαραγωγών και επομένως μεταφοράς σύγχρονης τεχνογνωσίας, την οποία

οπωσδήποτε πρέπει να εκμεταλλευθούμε, αν έχουμε την πρόθεση να αναδυθούμε από

τις αγορές τύπου σούπερ μάρκετ ή από την αμυντική επαιτεία, για την οποία μας

κατηγόρησε προ ημερών ένας αμερικανός αξιωματούχος.

    

Και όμως η Ελλάδα διαθέτει υψηλού επιπέδου επιστήμονες και είναι σε θέση να

παραγάγει υψηλής τεχνολογίας προϊόντα, όπως το προσφάτως αναπτυχθέν UAV

LOTUS. Το ευτύχημα στην περίπτωση αυτή είναι όχι ότι συμμετέχουν και τα ΑΕΙ,

αλλά ότι συμμετέχουν και εταιρείες της Κύπρου, δίνοντας έτσι το στίγμα μιας

συνεργασίας που θα πρέπει να επεκταθεί σε όλους τους αμυντικούς τομείς. Είναι

ντροπή 200 χρόνια μετά το 1821 να μην έχουμε ούτε εθνικό τυφέκιο, ενώ υπάρχουν

οι προϋποθέσεις γι’ αυτό. Να μην έχουμε τεθωρακισμένα οχήματα ή πυροβόλα ή

πολλαπλούς εκτοξευτές ρουκετών, τα οποία μικρότερες χώρες, όπως η Τσεχία,

διέθεταν από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα.

   

Απαιτείται βέβαια γι’ αυτό ένα κοινό συντονιστικό κέντρο βιομηχανικής

παραγωγής, εξοπλισμών και εκπαιδεύσεως μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου, για να

αντιμετωπισθούν οι απειλές της Τουρκίας, η οποία με την παραγωγή πυραυλικών

συστημάτων, καθώς και drones, αξιώνει να γύρει προς το μέρος της την πλάστιγγα

της νίκης ή των γεωπολιτικών κερδών, χωρίς καν να πολεμήσει. Η υπεροπλία αυτή

δίνει στην Τουρκία καταφανή υπεροχή και αποθρασύνει τη συμπεριφορά της,

προσβάλλοντας, όχι μόνο την Ελλάδα, αλλά ακόμα και αξιωματούχους της

Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς κανείς να τολμά να την συνετίσει. Και η αμερικανική

ακόμα επιφυλακτικότητα απέναντι στην Τουρκία δεν είναι βέβαιο ότι δεν θα

αναθεωρηθεί υπό την πίεση νατοϊκών συμφερόντων.

    

Επειδή μόνιμη δύναμη απειλής απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο είναι η

Τουρκία, κανένα κράτος δεν θα μπορέσει να υποστηρίξει την Ελλάδα σε πολεμικό

υλικό την τελευταία στιγμή. Η Ελλάδα θα βρεθεί στη δυσχερή θέση να εκλιπαρεί

πυροβόλα, τανκς και αεροπλάνα, όπως έκανε ήδη το 1939 και το 1940. Αυτό το

προηγούμενο όμως δεν πρέπει και δεν μπορεί να επαναληφθεί. Απαιτείται επομένως

μια πανεθνική προσπάθεια, που, εκτός από το αναγκαίο αμυντικό υλικό, θα μας

ενισχύσει και την αυτοπεποίθηση και θα μας δώσει τη δυνατότητα και στο Αιγαίο και

στην Ανατολική Μεσόγειο να αντιμετωπίζουμε πανίσχυροι τις προκλήσεις,

αναλαμβάνοντας εμείς πρωτοβουλίες και όχι περιμένοντας τους Τούρκους να

εκδηλώσουν την επιθετική τους συμπεριφορά. Δυστυχώς δεν έχουμε διδαχθεί από τα

μαθήματα του Αττίλα και των Ιμίων. Παραμένουμε όπως είχε πει ο τότε

Πρωθυπουργός κατώτεροι των περιστάσεων.

Είναι σαφές ότι μια πατριωτική πολιτική θα θέσει στόχο βραχυπρόθεσμο, όχι μόνο

να εφοδιασθεί, αλλά και να παράγει οπλικά συστήματα, τα οποία θα τοποθετήσει σε

κάθε νησί του Αιγαίου, ώστε να μπορεί να συντρίβει -με πρόδηλη δική μας

υπεροπλία δύο προς ένα σε αντιαεροπορικά, αντιαρματικά, αντιπλοϊκά και πυραυλικά

συστήματα επιφανείας εδάφους- κάθε απόπειρα τουρκικής παραβίασης των

κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Ελλάδα και Κύπρος πρέπει να συνεργασθούν στενά

για την κατανομή και παραγωγή αμυντικών συστημάτων, αν θέλουν να αποφύγουν

μια νέα εθνική ήττα. Πρέπει να συνειδητοποιήσουν οι Τούρκοι ότι στις ακτές τους,

στη θάλασσά τους και στον εναέριο χώρο τους θα συντριβεί κάθε επιθετική

πρωτοβουλία που τείνει να εκδηλωθεί σε βάρος μας. Και βέβαια αυτή η στρατηγική

δεν μπορεί να βασίζεται σε ένα ηττοπαθές αμυντικό δόγμα, αποτέλεσμα ενός φοβικού

συνδρόμου που μας χαρακτηρίζει, αλλά σε ένα δυναμικό δόγμα, στο οποίο η Ελλάδα

θα έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων, διπλωματικά και στρατιωτικά, και με

προληπτικά ακόμη κτυπήματα.

Η εθνική ισχύς και η εθνική αξιοπρέπεια εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από αυτήν

την πολυδύναμη πατριωτική προσπάθεια, που θα έχει ως βασικά προτάγματα τον

πολιτισμό και την άμυνα. Αυτή θα είναι η καλύτερη συνεισφορά για την επέτειο των

200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση.

 

                       

 

 

 

Βασίλειος Λ. Κωνσταντινόπουλος

Καθηγητής Πανεπιστημίου

Σύντομο Βιογραφικό

Ο Βασίλειος Λ. Κωνσταντινόπουλος είναι ο Πρόεδρος του Φιλολογικού Συλλόγου “Παρνασσός”. Είναι Καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας και Πρόεδρος του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και Διευθυντής του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών του αυτού Τμήματος, καθώς και του αντίστοιχου Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών του Ινστιτούτου Βυζαντινών Σπουδών με έδρα τον Μυστρά.

Διδάσκει σε Προπτυχιακά και Μεταπτυχιακά Τμήματα Επική Ποίηση, Ιστοριογραφία και Θέματα Δομής και Ύφους του Αρχαίου Ελληνικού Πεζού Λόγου. Σπούδασε Κλασσική Φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και μετεκπαιδεύτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή της Κολωνίας, όπου και αναγορεύτηκε διδάκτωρ (Dr. Phil.).

Ασχολείται με εκδόσεις και σχόλια αρχαιοελληνικών κειμένων και έχει συγγράψει πλήθος άρθρων και μονογραφιών σε ελληνικά και ξένα περιοδικά. Έργα του είναι: Περικλέους Επιτάφιος Κριτική και Ερμηνευτική Έκδοση, Εισαγωγή στην Αρχαία Ελληνική Ιστοριογραφία Συγκριτική Προσέγγιση των Τριών Ιστορικών της Κλασσικής Περιόδου, Δομή και Λειτουργία των Κλασσικών Γλωσσών, Το Ύφος του Αρχαίου Ελληνικού Πεζού Λόγου, Από την εἰρομένην λέξιν στο Λιτό Ύφος, καθώς επίσης και Από τον Γοργία στον Ισαίο, Τα Αποσπάσματα του Ομηρικού Υπομνήματος του Γραμματικού Ηλιόδωρου, το Ομηρικό Λεξικό του Απολλώνιου Σοφιστή κ.ά, ενώ ασχολείται με την έκδοση των γερμανικών αρχείων της Κατοχής.

 

Post Author: athensupdategr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *