Η Φιλοσοφία του Ηράκλειτου. Γράφει ο Βασίλειος Γκίκας

 

Βασίλειος Γκίκας, Ακαδημαϊκός

 

 

 

Χρειάστηκε η εντατική και παθιασμένη εργασία πολλών Γενεών Ερευνητών για να βγει κάποιο νόημα από τις ελάχιστες και ξεκομμένες φράσεις που μας σώθηκαν.Ο Λόγος του Ηράκλειτου είναι σημαντικός και πολυσήμαντος. Υπάρχουν γι’ αυτό διαφορετικές ερμηνείες των λίγων περικοπών του έργου που έχουν διασωθεί. Η καταχώρηση των κειμένων των περικοπών έγινε σύμφωνα με την κατάταξη των κειμένων στη Συλλογή περικοπών των Προσωκρατικών Φιλόσοφων.

Ο Ηράκλειτος ο Εφέσιος (Ἡράκλειτος ὁ Ἐφέσιος, 540 – 475 π.Χ.), ήταν Προσωκρατικός Φιλόσοφος που έζησε στην Έφεσο, στην Ιωνία της Μικράς Ασίας, Αθηναϊκή Αποικία των παραλίων της Λυδίας στη Μικρά Ασία καταγόμενος από Βασιλική Οικογένεια. Ήταν απόγονος του Ιδρυτή της πόλης, Ανδρόκλου. Φαίνεται ότι έζησε απόμακρη ζωή κι έτρεφε βαθιά περιφρόνηση γιά τις Μάζες και τους Δημοκρατικούς Θεσμούς του καιρού του, περιφρόνηση που συνοψίζεται στη φράση του: εἷς ἐμοὶ μύριοι, εἰ ἄριστος ἦ, ένας μόνον Άνθρωπος αξίζει 10.000, εφ’ όσον είναι ο καλύτερος. Ο Ηράκλειτος διαιρεί τους Ανθρώπους σε Κοιμωμένους κι Εγερμένους (οι τελευταίοι είναι οι Σοφοί, οι λίγοι, οι φλογεροί, ενώ οι πρώτοι, οι Κοινοί Άνθρωποι, η Μάζα, οι πολλοί, οι παγωμένοι).

Οι ανατρεπτικές Φιλοσοφικές του απόψεις και το δύσκολο του χαρακτήρα του δεν ευνόησαν τη δημοτικότητά του. Αναφέρεται γι’ αυτόν ότι έγραφε τους Αφορισμούς του σε λεπτά ελάσματα χρυσού πού διατηρούσε στα Θησαυροφυλάκια του Ναού, Σκέψεις πού θα γίνονταν γνωστές μόνον μετά το θάνατό του. Λίγα μας είναι γνωστά για τα πρώτα χρόνια και τη μόρφωσή του αλλά θεωρείται μάλλον Αυτοδίδακτος κι εμπνευσμένος, παρά εργατικός Μελετητής του Φυσικού Κόσμου.

Το μοναδικό Σύγγραμμα που γνωρίζουμε ότι άφησε ο Ηράκλειτος κι αποδίδεται σε αυτόν, είναι το “Περί Φύσεως” και διαιρείται σε τρία μέρη: για το Σύμπαν, για την Πολιτική και γιά τη Θεολογία: ο θεός του Ηράκλειτου είναι η ίδια η Φύση κι όχι ένα ον Υπερφυσικό κι Υπερβατικό: ο Θεός είναι ημέρα και νύχτα, Χειμώνας και Θέρος, πόλεμος κι ειρήνη, κόρος και λιμός. Μεταμορφώνεται όπως η φωτιά, που όταν ανακατεύεται με αρώματα παίρνει διάφορα ονόματα, κατά τη μυρωδιά του καθενός.

Παρέχει τα σημάδια, τα οποία εκείνοι καλούνται να εννοήσουν με τον ορθό τρόπο. Δεν μπορείς να μπεις στο ίδιο ποτάμι για δεύτερη φορά, έλεγε ο Ηράκλειτος, αποκαλύπτοντας το αρχιμήδειο σημείο της Σκέψης του: τη ροή των πάντων και τη συνεχή αλλαγή. Πιστός στο τα πάντα ρει, υπενθύμιζε ότι δεν μπορείς να μπεις δύο φορές στον ίδιο ποταμό, επειδή ανά πάσα στιγμή ο ποταμός αλλάζει, οπότε ποτέ δεν είναι ο ίδιος ποταμός.

Ο μεγάλος Εφέσιος καταλήγει, σε πείσμα της Ακινησίας και της Σταθερότητας της Σκέψης των συγχρόνων του, σ’ ένα Σύμπαν ρευστό και μεταβαλλόμενο (τα πάντα ρει), που υπόκειται σε συνεχείς αλλαγές και ίδιο δεν μένει ποτέ.

Αυτό το έργο γράφτηκε με ασάφεια για να γίνει κατανοητό μόνο από Ικανούς Ανθρώπους κι αφιερώθηκε στο Ιερό της Εφεσίου Αρτέμιδος, Σύμβολο Ελληνικού κι Ανατολικού Πολιτισμού.

       

Από τα λιγοστά αποσπάσματα που έχουν διασωθεί, φαίνεται πως ο χαρακτήρας του γραπτού έργου του είναι Αποφθεγματικός. Η δομή και σύνθεση των Αφορισμών του είναι λεπτομερειακά επεξεργασμένη και το ύφος του αινιγματικό. Αυτός είναι άλλωστε ο βασικός λόγος για τον οποίο αποκλήθηκε Σκοτεινός.1. Ο Βασιλιάς στον οποίο ανήκει το Δελφικό Μαντείο ούτε λέγει ούτε κρύπτει αλλά δίνει σημάδια. & 2. Δεν μπορείς να μπεις στο ίδιο ποτάμι για δεύτερη φορά.

Χαρακτηρίζοντας με αυτόν τον τρόπο το έργο του, ο Ηράκλειτος υποδεικνύει ότι δεν αποκαλύπτει τη σκέψη του με άμεσο τρόπο ούτε επιχειρεί να παραπλανήσει τους Ακροατές του: παρέχει τα σημάδια, τα οποία εκείνοι καλούνται να εννοήσουν με τον ορθό τρόπο. Η Φιλοσοφία του, κατά τον ίδιο, δεν είναι μια αυθαίρετη κι υποκειμενική κατασκευή, αλλά μια έκφραση του Λόγου που διέπει τα πάντα, όσο κι αν μένει απρόσιτος στους πολλούς. Η δυσκολία κατανόησης του Λόγου του δεν οφείλεται σε δική του ιδιορρυθμία, αλλά στην αδυναμία των πολλών να εννοήσουν όχι τα λόγια του, αλλά τον ίδιο τον Λόγο.

Ήταν ο Θεωρητικός της αδιάκοπης μεταβολής, έτσι είπε ότι κανείς δεν μπορεί να βουτήξει δύο φορές στο ίδιο ποτάμι, εφόσον το ποτάμι κυλά και η συνεχής ροή του το αλλάζει αδιάκοπα.

O Ηράκλειτος δεν είναι Εμπειριστής: η Φύση αγαπά να κρύβεται. Ο Κόσμος δεν είναι παρά η σύνθεση των αντιθέτων κι ο πόλεμος κυριαρχεί ως Πατέρας και Βασιλιάς όλων: πόλεμος πάντων μέν πατήρ εστι, πάντων δε βασιλεύς. Όλες του οι αντιθέσεις συνδέονται ταυτόχρονα σε μία σταθερή ενότητα, καθώς το αόρατο αυτό συνταίριασμα είναι πιο δυνατό από το φανερό: αρμονία αφανής φανερής κρείττων.

Η κατακλείδα του: τα πάντα γεννιούνται από την πάλη, την παγκόσμια και προαιώνια μάχη κι η Δικαιοσύνη είναι αγώνας, αφού όλα τα πράγματα προκύπτουν από τον πόλεμο και την Ανάγκη (Αιτιότητα). Η παντοτινή αυτή αλλαγή δεν είναι αυθαίρετη ούτε ανεξέλεγκτη, καθώς συντελείται σύμφωνα με ορισμένες αναλογίες και με μία διαδοχική σειρά που σταθερά μένει πάντοτε η ίδια.

Λόγω της έλλειψης γνώσης για το σύνολο του έργου του, καθώς λίγα έχουν διασωθεί, αλλά και για την αινιγματική φύση της Φιλοσοφίας του, καλείται Σκοτεινός. σε αντίθεση προς τους Ελεάτες Φιλοσόφους που είχαν θεσπίσει την Ακινησία του Είναι, κήρυξε το αεί γίγνεσθαι και μεταβάλλεσθαι και μη ουδέποτε το αυτό μένειν. Κάθε γέννηση, κατά τον Ηράκλειτο, είναι προϊόν των Στοιχείων εκείνων της Φύσεως που βρίσκονται σε συνεχή διαπάλη κι αντίθεση.

Από την πάλη των Στοιχείων γεννιέται η Αρμονία. Δίχως αυτήν την Εναντιοδρομία, όπως την λέγει, δεν θα υπήρχε ζωή. Γι’ αυτό κι εκθειάζει τον πόλεμο των Στοιχείων ως Πατέρα των πάντων κι ως κίνητρό τους το πυρ: περίσσεια θερμότητας σημαίνει περίσσεια κινήσεως και συνειδήσεως, ενώ, περίσσεια ψυχρού, σημαίνει ακινησία και νέκρα.

Όλα τα Δόγματα κι όλοι οι –ισμοί είναι περίσσεια ψυχρού, δηλ. είναι ακίνητα, άρα νεκρά, -ισμός είναι κι η Λογική. Αυτοί που είπαν σκοτεινό τον Ηράκλειτο είναι οι παγωμένοι, διότι είναι αδύνατον για τον πάγο να καταλάβει την ζεστασιά και τη ροή της φωτιάς.

Υποστήριζε ότι η Πρωταρχική Ουσία στον Κόσμο είναι η Ενέργεια (το πυρ). Ο Κόσμος για τον Ηράκλειτο δεν είναι αποτέλεσμα Δημιουργίας ή Γένεσης, αλλά προϋπάρχει προαιώνια και περιγράφεται ως ζωντανή φωτιά, η οποία εναλλάξ δυναμώνει κι εξασθενεί, χωρίς ποτέ να σβήνει εντελώς.

Το Αείζωον Πυρ διανύει μία κυκλική τροχιά κατά την οποία μεταλλάσσεται σε θάλασσα, κατόπιν σε γη, για ν’ ακολουθήσει η αντίστροφη διαδικασία μεταλλαγής της γης σε θάλασσα και της θάλασσας σε φωτιά. Το πυρ του Ηρακλείτου είναι μία Κοσμολογική Σταθερά, που κινείται και μεταμορφώνεται αέναα.

Η διαρκής κίνηση και μεταβολή αποτελεί το θεμελιώδες χαρακτηριστικό της Πραγματικότητας, το οποίο εξέφρασε ο Φιλόσοφος με την εικόνα ενός ποταμού που παραμένει ίδιος, ενώ το νερό που κυλάει μέσα του αλλάζει διαρκώς.

Αντίθετα με τους Οπαδούς του, τους Ηρακλείτειους, ο Φιλόσοφος δεν πίστευε σε μία καθολική ροή και μεταβολή, αλλά επέμενε στη σύνδεση αυτής της μεταβολής με σταθερές παραμέτρους. Η διαρκής κίνηση και μεταβολή στη Φιλοσοφία του Ηρακλείτου είναι εκφρασμένη ως εξής: Ποταμῷι γὰρ οὐκ ἔστιν ἐμβῆναι δὶς τῷι αὐτῷι (απ.91), Πλούταρχος, περί τού ΕΙ τού εν Δελφοίς 18, 392b.

Σε ό,τι αφορά τη θέση του ως προς τις αντίθετες έννοιες, χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Απόφθεγμά του: τα ψυχρά θερμαίνονται, τα θερμά ψύχονται, τα υγρά ξηραίνονται, τα ξηρά υγραίνουν, το οποίο υποδεικνύει ότι οι φαινομενικά αντίθετες καταστάσεις, τάσεις και δυνάμεις, συνδέονται με μία συνεκτική σχέση Αρμονίας. Η σχέση των αντιθέτων του δεν εκφράζεται μόνον μέσω του Κοινού Λόγου, αλλά κι ως πόλεμος, μια άλλη όψη της Αρμονίας, μία Κοσμική Σταθερά που διέπει τ’ αντίθετα και παράγει διαρκώς μέσω συγκρούσεων νέες ισορροπίες.

Η χρήση του όρου Πόλεμος (πόλεμος πατήρ πάντων είναι ένα επίσης από τα γνωστά ρητά του) συνδέεται στην ουσία με το τα πάντα ρει, καθώς τα πάντα στον Κόσμο είναι σε συνεχή κίνηση και διεργασία (δηλαδή, σε πόλεμο). Ο Κόσμος μας δεν είναι παρά η αρμονία των αντιθέσεων, η ένωση των αντιθέτων. Το Καλό και το Κακό είναι εδώ οι αντίθετες όψεις του ίδιου πράγματος.

                                                     

Ηράκλειτος – Πίνακας του Johannes Moreelse

                                                   

Απορρίπτει το Είναι και παραδέχεται το Γίγνεσθαι. Ο ρυθμός του γίγνεσθαι του Ηράκλειτου είναι με σημερινούς όρους η Νομοτέλεια της Φύσης, το μόνο πράγμα που φαίνεται να έχει διάρκεια κι ουσιαστική σημασία. O Ηράκλειτος τη χαρακτηρίζει Ειμαρμένη, Δίκη, Λόγο του Κόσμου κι έτσι μέσα στην Αταξία του έχει Τάξη και μέσα στο Χάος Καθολικούς Νόμους, κάτι που παραγνώρισαν στον καιρό του.

Κάπου 2.500 χρόνια αργότερα, ο Χέγκελ κι οι Κλασικοί Θεωρητικοί της Διαλεκτικής, ανακάλυπταν εκ νέου τον στρυφνό Έλληνα Φιλόσοφο, που τέτοια κολοσσιαία τομή στη Σκέψη άφησε ήδη από την εποχή του. Σε λιγότερο από 10 χρόνια μετά τον θάνατό του γεννιόταν στην Αθήνα κάποιος Σωκράτης, που θα έχει Διδάσκαλο τον Κρατύλο. Ο οποίος ήταν φανατικός Οπαδός του Ηράκλειτου, αυτού του αλαζονικού κι υπεροπτικού Πνεύματος που αρεσκόταν να εξαπολύει αινιγματικά ρητά που θύμιζαν Χρησμούς παρά ν’ αναπτύσσει μία συστηματική κι αξιωματική σειρά Επιχειρημάτων. Υποστήριζε ότι Αρχή των Όντων είναι το πυρ (η Ενέργεια) κι ότι στη Φύση υπάρχει μία συνεχής ανάγκη μεταβολής των Σωμάτων. Θεμελιώδες γεγονός της Φύσεως είναι η αέναος μεταβολή.

Το μοναδικό Σύγγραμμα που γνωρίζουμε ότι μας άφησε, ήταν το “Περί Φύσεως”, μέσα από τ’ αποσπάσματα αυτού του έργου του παρουσιάζονται βαθυστόχαστες και προχωρημένες Αρχές της Φυσικής κι οι απαρχές της Χημείας.

Σκοτεινός και μυστηριώδης, ο τελευταίος και κορυφαίος Εξέχουσα μορφή της Ελληνικής Φιλοσοφίας, ο Ηράκλειτος αποτέλεσε Ορόσημο για την Ιστορία της Σκέψης και των Ιδεών. Δύστροπος και στρυφνός στον Λόγο του, έγραφε αποκλειστικά για Μυημένους στη Φιλοσοφία, γι’ αυτό κι η εσκεμμένη ασάφεια της Σκέψης του, ώστε να γίνει κατανοητή μόνο από ικανούς και τριμμένους στον Λόγο.

Έκανε βάση της Φιλοσοφικής του Σκέψης τον Εσωτερικό Ρυθμό, τον Λόγο, σύμφωνα με τον οποίο κινείται και ρυθμίζεται η Πλάση. Η Φιλοσοφία του, με τα λόγια του ίδιου, δεν είναι μια αυθαίρετη κι υποκειμενική κατασκευή, αλλά μια έκφραση του Λόγου που διέπει τα πάντα, όσο κι αν μένει απρόσιτος στους πολλούς. Η δυσκολία κατανόησης του Λόγου του δεν οφείλεται επομένως σε δική του ιδιορρυθμία, αλλά στην αδυναμία των πολλών να εννοήσουν όχι τα λόγια του αλλά τον ίδιο τον Λόγο.

Στις ρήσεις του αναφέρεται ο Λόγος, π.χ.: τα πάντα διέπονται από τον Λόγο, κάτι που έχει γίνει αντικείμενο πολλών ερμηνειών, καθώς η Φιλοσοφική Σκέψη κι η Ορολογία της ήταν τότε ακόμα στα πρώτα στάδια. Ακόμη και σήμερα η λέξη Λόγος αντανακλά τόσα πολλά νοήματα στη χρήση της στην Ελληνική που δεν μπορεί ν’ αποδοθεί απλώς Λεξικογραφικά, χωρίς συνοδό ερμηνεία από παραδείγματα, ιδίως σε άλλες γλώσσες.

Στον Ηράκλειτο η έννοια Λόγος έχει επίσης πολλές σημασίες κι εννοιακές αποχρώσεις. Σημαίνει Ομιλία (Προφορικός Λόγος) και Ρυθμιστική Αρχή που διέπει το σύνολο της Πραγματικότητας και συνδέει με σχέσεις αναλογίας τα πάντα. Επομένως, εδώ ο Λόγος είναι η αιώνια Καθολική Σχέση που ρυθμίζει την Πραγματικότητα, όπως αυτή εκφράζεται γλωσσικά.

Μέλημα του Φιλόσοφου είναι η αφύπνιση των Ανθρώπων κι η καθοδήγησή τους προς την Ομολογία, προς τη Λογική Σκέψη, που καθορίζει και συνδέει τη βαθύτερη φύση των πραγμάτων. Με αυτόν τον τρόπο διακρίνει την πολυμάθεια από την ουσιαστική και βαθιά Γνώση των Πραγμάτων.

Ο Ηράκλειτος γράφει σε πεζό Λόγο, αλλά με ύφος που παραπέμπει σε Χρησμούς κι Αφορισμούς. Τονίζει τη Διαρκή Κίνηση και τη Μεταβλητότητα των Πραγμάτων. Τονίζει την ενότητα και συνοχή του Μεταβαλλόμενου Σύμπαντος, την οποία διασφαλίζει η ισχύς του Λόγου: της Ρυθμιστικής Αρχής που διέπει το σύνολο της Πραγματικότητας, συνδέει με σχέσεις αναλογίας όλα τα Όντα κι αποτελεί κριτήριο κάθε Αληθούς Λέγειν: “αν κι αυτός ο Λόγος υπάρχει αιώνια, οι Άνθρωποι γίνονται πάντα ασύνετοι και πριν τον ακούσουν κι αφού τον ακούσουν για πρώτη φορά κι ενώ τα πάντα γίνονται σύμφωνα με αυτόν τον Λόγο, οι Άνθρωποι δείχνουν άπειροι κι ας έχουν πείρα Λόγων κι Έργων, όπως αυτά που πραγματεύομαι εγώ εδώ, όταν τα διαιρώ, σύμφωνα με τη φύση του καθενός κι εξηγώ πώς έχουν” (Β 1). Ακόμη κι οι καταστάσεις που εμφανίζονται ως αντίθετες εναρμονίζονται μέσα σε αυτήν τη βαθιά ενότητα, την οποία ο Ηράκλειτος αποκαλεί “τὸ Σοφόν και εξεικονίζει ως πῦρ”: ως μία Σταθερά που διαρκώς λαμβάνει διάφορες μορφές, χωρίς να χάνει ποτέ την Ουσία της.

Ο Ηράκλειτος εκφράζεται με αινίγματα, κάνοντάς τη Μέθοδο με την οποία επικοινωνούσε με τους άλλους να παρομοιάζει με τους χρησμούς του δελφικού μαντείου (σαν αυτό το Ρητό του που τόσο έχει κακοποιηθεί εννοιολογικά: καλό και κακό είναι ένα και το αυτό). Το οποίο, όπως μας λέει, ούτε λέγει, ούτε κρύπτει, αλλά σημαίνει. Έτσι σήμαινε κι ο δικός του Λόγος, φτάνει να έχεις αυτιά, νου και κοσμική φωτιά να τον ακούσεις.

Θεωρείται ως ένας από του Πρωϊμότερους Φιλοσόφους, αναγνωρίζοντας την Παγκοσμιότητα της Αλλαγής κι Ανάπτυξης, διαμέσου εσωτερικών αντιφάσεων. Διαφώνησε με τους Θαλή, Αναξίμανδρο και Πυθαγόρα γύρω από τη Φύση της Τελικής Ουσίας, αντ’ αυτής υποστήριζε ότι η Φύση των Πάντων αποτελεί την αλλαγή την ίδια. Χρησιμοποιεί το πυρ μεταφορικά, παρά ως λύση του Υλικού Μονισμού. Αυτό οδήγησε στη πεποίθηση ότι η αλλαγή είναι αληθής, ενώ η σταθερότητα ψευδής.

Η φράση που χαρακτηρίζει τη Φιλοσοφία του είναι: τα πάντα ρει, μηδέποτε κατά τ’αυτό μένειν, τα πάντα ρέουν κι όλα χάνονται, ακατάπαυστα, τα πάντα βρίσκονται σε ρευστότητα, όπως αφορίζει με το τα πάντα ρει, όπως και στην Κβαντική.

Είναι αυτή η συνεχής μεταβολή πού συνθέτει την ίδια την έννοια του Κόσμου, τη Θεμελιώδη Αρχή του, την έσχατη σημασία του. Όπως λέει ο Ηράκλειτος: ποταμῷ γὰρ οὐκ ἔστιν ἐμβῆναι δὶς τῷ αὐτῷ καθ’ Ἡράκλειτον οὐδὲ θνητῆς οὐσίας δὶς ἅψασθαι κατὰ ἕξιν (τῆς αὐτῆς)· ἀλλ’ ὀξύτητι καὶ τάχει μεταβολῆς σκίδνησι καὶ πάλιν συνάγει (μᾶλλον δὲ οὐδὲ πάλιν οὐδ” ὕστερον, ἀλλ” ἅμα συνίσταται καὶ ἀπολείπει) καὶ πρόσεισι καὶ ἄπεισι. Δεν μπορούμε να μπούμε δύο φορές στο ίδιο ποτάμι, κατά τον Ηράκλειτο ούτε ν’ αγγίξουμε δύο φορές μία Θνητή Ουσία, διότι σκορπίζεται και πάλι μαζεύεται με την οξύτητα και την ταχύτητα της μεταβολής, (και μάλιστα όχι πάλι ούτε αργότερα, αλλά ταυτόχρονα εμφανίζεται και χάνεται) και πλησιάζει κι απομακρύνεται.

Γιά τον Ηράκλειτο, το Γίγνεσθαι συνιστά την Αρχή στην οποία στηρίζεται ο Κόσμος πού είναι η Αρχή. Αυτή πού είναι ίδια και δεν μεταβάλλεται στο περιβάλλον των μεταβολών όλων των Πραγμάτων, είναι η ίδια η Μεταβολή. Κάθε Πράγμα βρίσκεται σε κάποιο σημείο της ύπαρξής του, σε μία κατάσταση η οποία είναι αντίθετη σε όλες τις άλλες, κάθε Πράγμα όντας όλο, εκείνο πού δεν είναι το άλλο. Για να είναι κάτι, το κάθε Πράγμα, απαιτεί το πολλαπλό, γιά να εξάγει την ιδιαιτερότητα του από την αντιπαράθεση με τ’ άλλα Πράγματα.

Ο Ηράκλειτος είναι ο Φιλόσοφος του Αιωνίου Γίγνεσθαι. Αυτή η κίνηση του Γίγνεσθαι εκφράζεται με την συνεχή ροή του ποταμού που ολοένα ανανεώνεται. Μέσα στον Λόγο, ο Ηράκλειτος, δένει ένα μόνο υλικό στοιχείο, το πυρ. Η ύπαρξη του πυρός δημιουργεί μαζί με τον Λόγο έναν Κόσμο άπειρο, άναρχο, ανώλεθρο, αυτορυθμιζόμενο που μετατρέπεται σε ποικίλες μορφές. Αυτός ο Κόσμος αυτός είναι η αρμονία των αντιθέσεων. Οι αντιθέσεις δημιουργούν την ενότητα των πάντων με τη σύνθεση τους. Πολλές από τις δραστηριότητές του Ηράκλειτου ήταν αινιγματικές κι η Φιλοσοφία του ερμηνευόταν δύσκολα, γι’ αυτό ονομάστηκε Σκοτεινός Φιλόσοφος.

Είναι γνωστός για την Ιδέα της συνεχούς αλλαγής που διέπει ως Νόμος το Σύμπαν. Δική του είναι η φράση κανείς δεν μπορεί να μπει στο ίδιο ποτάμι δύο φορές. Πίστευε στο ότι ο Κόσμος δημιουργείται από τη φωτιά, την αντίθεση και τον πόλεμο μεταξύ των αντιθέτων, στο οποίο συμπληρώνει: τα Εναντιόδρομα έχουν ενιαία φορά, από τ’ αντίθετα γεννιέται η ωραιότερη αρμονία.

Διακηρύττοντας πως όλα μεταβάλλονται και τίποτα δεν μένει σταθερό (τα πάντα ρει, δις εις τον αυτόν ποταμόν ουκ αν εμβαίης, αεί γίγνεσθαι και μεταβάλλεσθαι και μηδέποτε το αυτό μένειν), ο Ηράκλειτος έκανε την αδιάκοπη αυτή ροή την Κοσμογονική Αρχή του, κατά την οποία τα πάντα γεννιούνται και καταστρέφονται ως μιά αέναη πάλη αντίθετων Αρχών (Εναντιοδρομία, την έλεγε δηλωτικά): πάντα κατ’ έριν γίγνεσθαι, αλλά και το Αντίξοον Συμφέρον και εκ των διαφερόντων καλλίστην αρμονίην.

Η Φιλοσοφική Σκέψη του Ηρακλείτου περιστρέφεται γύρω από 4 θεμελιώδη σημεία: το γίγνεσθαι, τον πόλεμο, την αντιπαράθεση μεταξύ των αντιθέσεων, τον Λόγο και το πυρ, ως Στοιχείο, ως Φυσική Ουσία, ταυτόσημη με τη διαφορετικότητα των Υπαρχόντων Πραγμάτων.

1. Το Γίγνεσθαι αποτελεί τη συνεχή μεταβολή όλων των Πραγμάτων από μία Κατάσταση στην άλλη. Όλος ο Κόσμος αποτελεί μία συνεχή μεταβολή, τίποτα δεν παραμένει στην ίδια μορφή, εκτός από τους –ισμούς. Η ίδια η ζωή αποτελεί μία συνεχή μεταβολή από μία κατάσταση στην άλλη.

Αλλά προτού ερμηνευτεί ως αντανάκλαση στον Χρόνο, η μαρτυρία του Ηρακλείτου παράγει μία ξεκάθαρη αίσθηση του Γίγνεσθαι. Το Γίγνεσθαι, η μετατροπή των Πραγμάτων, καθορίζεται από την ίδια την αντιπαράθεση μεταξύ των Πραγμάτων, η μεταβολή συμφύεται, απαιτητικά δεσμευμένη, στην αντιπαράθεση των αντιθέτων Πραγμάτων.

2. Ο Πόλεμος, η εναντίωση μεταξύ των αντιθέτων. Κάθε Πράγμα είναι αυτό πού είναι, διότι κατέχει άλλα Πράγματα που οροθετούν την Ουσία, για παράδειγμα: ξέρουμε ότι είναι ημέρα διότι γνωρίζουμε τη νύχτα. Συνεπώς ορίζουμε την ημέρα ως εκείνο πού αντιτίθεται στη νύχτα, εάν δεν υπήρχε η νύχτα δεν θα μπορούσαμε να ξέρουμε τι είναι η ημέρα. Ο Ηράκλειτος δηλώνει ότι δεν θα υπήρχε φως δίχως σκοτάδι, υγεία δίχως ασθένεια, χορτασμός δίχως πείνα, κάθε πράγμα προσεγγίζει τον Ορισμό του από τη σύγκριση με τα άλλα.

Τα Πράγματα υπάρχουν και συνεχώς υπεισέρχονται στα άλλα (για παράδειγμα, η ημέρα υπεισέρχεται στη νύχτα, το κρύο στη ζέστη, το υγρό στο ξηρό) κι είναι αυτή η έριδα πού δημιουργεί εκείνη την απαραίτητη ισορροπία πού διαιωνίζει την ύπαρξη κάθε Πράγματος (σημ. αν στη Δημιουργία δεν υπάρχει πόλεμος, δεν υπάρχει δημιουργία). Κάθε πράγμα για να υπάρχει και να ορισθεί απαιτεί την ύπαρξη κι άλλων πραγμάτων κατά τρόπο πού να εκφράζει τη ταυτότητά του σε σύγκριση με τα άλλα. Αυτή η έννοια ορίζεται από τον Ηράκλειτο ως πόλεμος, ή αντίθεση μεταξύ των αντιθέτων, (φλόγα – πάγος). Πόλεμος πατήρ πάντων, συνδέεται με το τα πάντα ρει, καθώς τα πάντα στον Κόσμο είναι σε συνεχή κίνηση και διεργασία, σε πόλεμο.

3. Ο Λόγος. Ο ύψιστος Νόμος πού κυβερνά τον Κόσμο, αυτός πού εξισορροπεί τ’ αντίθετα επιτρέποντας την Αρμονία στον Κόσμο, ταυτίζεται με την Ομιλία, τον Λόγο. Σ’ αυτή τη λέξη μπορούν να αποδοθούν πολλαπλές έννοιες: Διάλεξη, Κρίση, Ευφυΐα, Νόμος, Σκέψη, Λογική, Θεμελιώδης Κανόνας των πάντων, όλες οι σημασίες που εξομοιώνονται με την έννοια της κρίσεως που αντικατοπτρίζει τη λειτουργία του Κόσμου σε όλες του τις όψεις.

Ο Νόμος πού εκφράζεται από τον Λόγο, την κατανόηση των Αληθών Σχέσεων πού εγκαθίστανται μεταξύ των Πραγμάτων, είναι στη διάθεση όλων, αλλά δεν είναι ίδιοι όλοι οι Άνθρωποι, μερικοί θεωρούν αυτό τον Νόμο καλύτερο από άλλους, δυνάμει των αντιστοίχων διανοητικών ικανοτήτων. Όποιος θα είναι σε θέση να κατανοήσει τον Λόγο περισσότερο θα προσεγγίσει την Αλήθεια και την Αυθεντική Σοφία. Γιά τον Ηράκλειτο δεν είναι Σοφός εκείνος πού γνωρίζει έναν μεγάλο αριθμό Πραγμάτων, αλλά εκείνος πού γνωρίζει να συλλέγει καλύτερα από άλλους, τη φύση των Σχέσεων πού εγκαθίστανται μεταξύ των Πραγμάτων.

Ο Λόγος αντικατοπτρίζει και διασαφηνίζει, τη δομή όλων εκείνων των αντιθέσεων μεταξύ των Πραγμάτων πού καθιστούν δυνατό το γίγνεσθαι και την ίδια τη ζωή στο Σύμπαν, ο Λόγος είναι η ίδια η Δομή, ο Νόμος πού εκφράζει το σύνολο των Σχέσεων. Όλα τα Πράγματα του Κόσμου εξομοιούνται από την αντίθεση: από τις απαραίτητες Σχέσεις πού εγκαθίστανται μεταξύ τους, ο Λόγος αντιπροσωπεύει το σταθερό σύνολο αυτών των Σχέσεων, τον ίδιο τους τον χάρτη. Η σχέση των Ανθρώπων με τον Λόγο εκφράζει τη Σχέση με την Αλήθεια.

Ο Νόμος κι η Τάξη των Πάντων είναι μια αιώνια Ομιλία (Λόγος), που προσφέρεται στην ακοή όλων. Οι περισσότεροι την ακροάζονται, αλλά δεν ξέρουν να την ακούσουν. Κάθε ημέρα την ανταμώνουν και δεν την καταλαβαίνουν. Ζουν με το όνειρο, χωριστοί όπως είναι από εκείνο πού είναι Κοινό, τον Νόμο των Πάντων. Δεν υπάρχει τίποτα μόνιμο, εκτός από την αλλαγή.

4. Το πυρ (φωτιά) ως Στοιχείο. Εάν η ενιαία αρχή πού εξομοιώνει όλα τα Πράγματα του Κόσμου είναι το Γίγνεσθαι, για τον Ηράκλειτο το Φυσικό Στοιχείο από το οποίο όλα τ’ άλλα Στοιχεία αποτελούνται, είναι το πυρ. Αυτό διότι το πυρ θεωρείται ως Αποσταθερωτικό Στοιχείο, σε θέση να προκαλέσει εκείνη την αλλαγή πού επιτρέπει στα Πράγματα να μετατραπούν από τη μία Κατάσταση στην άλλη: η Θεωρία του Χάους.

Σύμφωνα με τον Ηράκλειτο, από το πυρ ελευθερώνονται αέρια, τ’ αέρια γίνονται νερό, το νερό μόλις εξατμιστεί, αφήνει υπολείμματα πού πηγαίνουν να συνθέσουν όλα τα στερεά. Αυτή η ιδέα της φωτιάς, ως στοιχείου καταστρεπτικού και δημιουργικού, συνεχίστηκε από τους Στωϊκούς, μαζί με την έννοια του Λόγου.

Όταν ο Σωκράτης διάβασε το έργο του Ηράκλειτου, είπε: αυτά που κατάλαβα είναι σπουδαία, νομίζω όμως ότι είναι εξίσου σπουδαία κι αυτά που δεν μπόρεσα να καταλάβω. Ωστόσο, χρειάζεται να είσαι ένας δεινός κολυμβητής, σαν αυτούς από τη Δήλο, γιά να μην πνιγείς μέσα στο βιβλίο του.

Εκτός από το γνωστό -κι αυτό κατά το ήμισυ- τα πάντα ρει, μηδέποτε κατά το αυτό μένειν, υπάρχουν πολλά αξιοπρόσεκτα και πλούσια ποιητικά λόγια του Ηράκλειτου, για Τροφή της Σκέψης.

Ήθος ανθρώπω δαίμων

Η μοίρα του Ανθρώπου είναι ο χαρακτήρας του.

Ήθος: η λέξη σημαίνει πολλά πράγματα, αλλά εδώ την μεταχειρίζεται ο Ηράκλειτος με τη σημασία χαρακτήρα κι επιρρέπεια, όπως στον στίχο του Πινδάρου: ούτ΄ ερίβρομοι λέοντες διαλλάξαντο ήθος (Ολυμπιονίκαι, ΧΙ, 21).

Η λέξη δαίμων έχει πολλές σημασίες. Στον Όμηρο συχνά σημαίνει Θεός (Ιλιάδα, 1.222), αλλά συχνότερα την προσωποποιημένη Θεία Δύναμη (11.792 , 17.98). Επίσης σημαίνει τη δύναμη που εξουσιάζει τη μοίρα του Ανθρώπου, όπως: … πάρος τοι δαίμονα δώσω ( «Ιλιάδα», 8.166) και συχνά στους Τραγικούς , όπως στον Αισχύλο: όταν δ΄ο δαίμων ευροή, … – (Πέρσαι, 601). Με αυτήν τη σημασία χρησιμοποιεί την λέξη ο Ηράκλειτος. Σημαίνει στον Ησίοδο κι αλλού τις ψυχές των ανθρώπων της Χρυσής Εποχής, που καθοδηγούν άλλους Ανθρώπους (Πλάτων, Φαίδων, 107D). Επίσης σημαίνει κάποιο Πνευματικό Ον, συνήθως κακό (Κατά Ματθαίον, 8, 31) , αλλά παλαιότερα (η διάκριση είναι αρκετά παλιά) υπάρχει κι Αγαθός Δαίμων (Αριστοφάνης, Σφήκες, 525).

Ο Επίχαρμος ήδη από την εποχή του Ηράκλειτου είχε γράψει: ο τρόπος ανθρώποισι δαίμων αγαθός, οις δε και κακός. Επισημαίνει κι αυτός πως ο χαρακτήρας για τους Ανθρώπους είναι Αγαθός Δαίμων καλός, γιά μερικούς όμως και κακός. Η γνώμη του συμφωνεί με την άποψη του Ηράκλειτου.

Αυτοί που νομίζουν ότι με την λέξη δαίμων ο Ηράκλειτος εννοεί κάτι Μεταφυσικό, οτιδήποτε πέρα από τον έμφυτο χαρακτήρα με τον οποίο γεννήθηκε κάθε Άνθρωπος, δεν θα κατορθώσουν να πλησιάσουν την προσγειωμένη Φιλοσοφία του, αποκαθαρμένη από κάθε Αρχαίο Μύθο.

Η σκέψη του Ηράκλειτου φανερώνεται πολύ προχωρημένη γιά την εποχή του. Η μοίρα, το πεπρωμένο κάθε Ανθρώπου, δεν εξαρτάται από κάποιον Θεό, από κάποια ψυχή Ανθρώπου της Χρυσής Εποχής, από κάποιον Ημίθεο που καθοδηγεί τον Άνθρωπο ή από κάποιο καλό ή κακό πνεύμα, αλλά από τον ιδιαίτερο έμφυτο χαρακτήρα καθενός μας, όπως από τον έμφυτο χαρακτήρα του λιονταριού στον στίχο του Πίνδαρου. Λίγοι κατορθώνουν να κατανοήσουν ότι το πεπρωμένο του Ανθρώπου δεν εξαρτάται από κάτι σαν όλα αυτά που νομίζουν, αλλά από τον χαρακτήρα με τον οποίο γεννήθηκε και που χαρτογραφείται από τους Επιστήμονες με την αναγνώριση της σημασίας και του έργου κάθε γονιδίου.

Ο Ηράκλειτος, που πρώτος συνέδεσε Μοίρα και Χαρακτήρα, παρατήρησε πως η Φύση του Ανθρώπου, ο χαρακτήρας με τον οποίο γεννιέται καθορίζει τις πράξεις του, όσα θα του συμβούν στην διάρκεια της ζωής του, την καλή ή κακή μοίρα που τον περιμένει.

Ο χαρακτήρας μας δεσμεύει: είναι δύσκολο, κοστίζει, ν’ αποφύγουμε τις συμπεριφορές που υποδεικνύει. Η κατασκευή του χαρακτήρα είναι μια Κοινωνική – Ιστορική διαδικασία: σμιλεύεται μέσα από τη συμμετοχή του Ατόμου σε Συλλογικές Δραστηριότητες, πλάθεται από το πνεύμα της εποχής, διαμορφώνεται από τις επιλογές που κάνει. Ο χαρακτήρας συνοψίζει προσπάθειες Ατομικής Αυτοδημιουργίας, σ’ ένα συλλογικό πλαίσιο αναφοράς. Προδιαγράφει μία συγκεκριμένη τάση συμπεριφοράς, στην οποία εκδηλώνονται Αρετές και Πάθη, Αξίες και Συναισθήματα.

Η ικανότητα κάποιων Ανθρώπων να διατηρούν ατόφια τη δομή του χαρακτήρα τους, παρά τις αλλαγές που βιώνουν στη ζωή τους, είναι η πιό τραγική τους συμπεριφορά και χτίζει γύρω τους την πιο αδιαπέραστη φυλακή που δεν θα μπορούσαν ποτέ ν’ αποδράσουν. Όταν ένας Άνθρωπος δηλώνει περήφανος ότι εγώ έτσι είμαι και σε όποιον αρέσει, βάζει ακόμη πιο χοντρά σίδερα στη φυλακή του, δυσκολεύοντας ακόμη περισσότερο τον εαυτό του από μιά απόδραση, που ενδεχομένως θα χρειαζόταν να κάνει στο μέλλον, για το ίδιο του το συμφέρον.

Η μοίρα του έρχεται ακόμη πιο έντονα να τον ξαναβάλει σε ίδια και χειρότερα προβλήματα, κάνοντας ακόμη χειρότερη τη ζωή και την Ψυχοπαθολογία του. Το Κοινωνικό του Περιβάλλον πείθεται ακόμη περισσότερο ότι αυτός ο Άνθρωπος έτσι είναι και δεν πρόκειται ποτέ να αλλάξει και τον αφήνουν στη μοίρα του.

Μόνο που αυτή του τη μοίρα, αυτός την έχει διαλέξει, αυτός την υπερασπίζεται κι αυτός την ενισχύει, συνειδητά ή ασυνείδητα. Αυτός που υπερασπίζεται τον χαρακτήρα και τη μοίρα του, δεν μπορεί αναγκαστικά να βρει ανακούφιση. Όσο είναι παγιωμένος, ισχυρογνώμων και κλειστός σε ό,τι αφορά στον χαρακτήρα του, δεν μπορεί να ωφεληθεί από φίλο, από Δάσκαλο. Μόνο το άνοιγμα στο καινούργιο μπορεί ν’ αφήσει χώρο σε άλλες σκέψεις, που μπορεί να γίνουν με τη σειρά τους άλλες πράξεις, συμπεριφορές, συνήθειες, χαρακτήρας και τελικά άλλη μοίρα. Το άνοιγμα στο καινούργιο είναι στο χέρι του καθενός που θέλει να έχει το Δικαίωμα να μην έχει πεπρωμένο και να είναι Ελεύθερος.

Η Φιλοσοφία του

Σκοτεινός στον θάνατο όσο και τη ζωή του, ο αινιγματικός Ηράκλειτος δεν θέλησε να γίνει σαφής ούτε γιά να σωθεί από τον χαμό. Όταν κατέβηκε στην πόλη ψάχνοντας θεραπεία για την πάθησή του, ρωτούσε σιβυλλικά τους Γιατρούς αν μπορούσαν μετά τη βροχή να δημιουργήσουν ξηρασία.

Σκοτεινός ήταν όμως και για το έργο του, το οποίο χάθηκε βέβαια και ό,τι διασώζεται γίνεται μέσω βραχύλογων αποσπασμάτων κι αναφορών άλλων Φιλοσόφων. Η εσκεμμένη ασάφεια οφείλεται στο γεγονός πως το βιβλίο του γράφτηκε στην Ιωνική Διάλεκτο, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πολυάριθμα γραμματικά ζητήματα, παρατήρηση που είχε επισημάνει ήδη ο Αριστοτέλης.

Στα χρόνια του έλεγαν πως το αινιγματικό του ύφος ήταν ηθελημένο, μιας κι ήθελε να γίνεται αντιληπτός μόνο από τους Μυημένους στη Φιλοσοφία. Γι’ αυτό κι ο Σωκράτης ομολόγησε πως χρειάζεται κάποιος τις κολυμβητικές ικανότητες ενός δεινού Δηλίου κολυμβητή, για να βουτήξει στο έργο του και να μην πνιγεί. Γι’ αυτό εξάλλου τον κατηγορούσαν ότι κατέφυγε στον ερμητισμό, για να περιορίσει ακόμα περισσότερο το ούτως ή άλλως περιορισμένο Ακροατήριό του.

         

Βασίλειος Γκίκας – Βιογραφικό Σημείωμα

Γεννήθηκε στον Δήμο Αθηναίων στις 6 Ιουνίου 1953. Έκανε Μέσες Σπουδές ως Μαθητής Γυμνασίου και αργότερα στα Λογιστικά και στα Τουριστικά. Μέσα σε 10 χρόνια, ως Λογιστής, έγινε Συμπράττων Σύμβουλος σε Ελληνική Κατασκευαστική Ανώνυμη Εταιρεία. Αμέσως μετά από τις δύο αυτές Μέσες Επαγγελματικές Σπουδές, απέκτησε, στις Η.Π.Α., Διδακτορικά στην Οικονομία, στη Διοίκηση Επιχειρήσεων και στη Θεολογία. Από το 1988 ξεκίνησε η μεγάλη ανοδική του πορεία στο Μόντρεαλ του Καναδά, στο Ιάσιο της Ρουμανίας και σε έξι Πολιτείες των Η.Π.Α., στις Επιχειρήσεις, στην Πανεπιστημιακή του καριέρα, οπότε έφτασε το 2001 να γίνει Κοσμήτορας της Εκπαίδευσης, πρώτα στη Μινεσότα και ύστερα στην Πενσυλβάνια. Παράλληλα, από το 1984 ασχολείται και με την Πολιτική, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στις Η.Π.Α.

Post Author: athensupdategr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *