Ο Paul C. Jagot και το Υποσυνείδητο – A‘ Μέρος

 

 

               

 

             Γράφει η Μαρία  Άνθη

 

Ο άνθρωπος προσλαμβάνει εντυπώσεις και παραστάσεις στη ζωή, συλλαμβάνοντάς τες με όλες τις αισθήσεις του. Επικοινωνεί με το χώρο όπου βρίσκεται και τους ανθρώπους γύρω του ως πομπός και δέκτης. Ο βαθμός επικοινωνίας εξαρτάται από τον αριθμό των εμπλεκομένων αισθήσεων. Σε ένα εξωτερικό περιβάλλον δεχόμαστε ερεθίσματα και μεταδίδουμε τα δικά μας είτε δια της επικοινωνίας με τη συνομιλία, είτε δια της σιωπής. Υπάρχει ένα σύνολο εμπλεκομένων εσωτερικών αισθήσεων και παρορμήσεων, ένας ψυχισμός που είναι καθαρά υποσυνείδητος και μας δείχνει πως έχει μια μεγάλη δύναμη και ταυτόχρονα μνήμη.

Ο άνθρωπος για το Jagot*, «υφίσταται μάλλον παρά διευθύνει το ξετύλιγμα των ιδεών του, την απαίτηση των κλίσεών του, τις εντυπώσεις, τις συγκινήσεις, τα αισθήματα που νοιώθει να γεννιούνται μέσα του. Μια λειτουργική διαταραχή τον καταβάλλει, μια ασθένεια τον ακινητοποιεί, μια σύσπαση των εσωτερικών οργάνων του τον εξουθενώνει, χωρίς τα αμείλικτα αποτελέσματα τους να δείχνουν να επηρεάζονται από τις αγωνίες ή τις εξεγέρσεις του αρρώστου». (Jagot, 1962, σελ.8)

Μνήμη μπορεί κανείς να πει τη δύναμη του υποσυνειδήτου η οποία του δίνει ζωή, το κάνει έναν «ζωντανό οργανισμό» με μαγνητικό πεδίο, έκταση δηλαδή και ενέργεια η οποία ρέει μετασχηματίζεται και παράλληλα εξισορροπεί το άτομο δίνοντάς του ζωτικότητα. Το υποσυνείδητο μέσα από μια εικόνα στο εξωτερικό περιβάλλον μπορεί να τρέφει το συναίσθημα, μπορεί όμως να ξυπνήσει άλλα εσωτερικά μνημικά ίχνη βαθειά εσωτερικά και να δώσει ζωή στην εικόνα της μνήμης του, διότι το υποσυνείδητο τις περισσότερες φορές αυτό το σκοπό έχει.

Να επαναφέρει και να ξαναφτιάξει την ατέλεια μέσα από την επανάληψη. Η απόδειξη της ύπαρξης μέσα μας ενός άλλου «ζωντανού οργανισμού», με όλες τις αισθήσεις που μπορεί να μας μιλάει είναι η συνείδηση η οποία όταν κοιμόμαστε εμφανίζεται να έχει φωνή χωρίς να βλέπουμε πρόσωπο. Άλλη μια ζωντανή απόδειξη είναι η υποβλητική θεραπεία όταν ασκείται με τη μέθοδο της ύπνωσης και τον «υποβλητισμό», όπου ο ασθενής γυρίζει πίσω σε χιλιάδες αναμνήσεις. Όσοι εξασκούν την θεραπεία αυτή, γνωρίζουν και «ομιλούν», με αυτό τον «ζωντανό οργανισμό», ο οποίος συνεχώς οργανώνει τον φυσικό μας οργανισμό και το ψυχισμό του και τον ολοκληρώνει ανάλογα κατά ποια κατεύθυνση θα κινηθεί η λογική.

                                                                                     

Η λογική διευθύνει και σε καμία περίπτωση δεν θα αφήσει την υποδιεύθυνση το υποσυνείδητο να διευθύνει, να φύγει τελείως από το λήθαργο. Το υποσυνείδητο είναι συνδεδεμένο με το σώμα μας και το όργανά μας, περνάει από τα νεύρα μας όπως μας εξηγεί ο θεραπευτής Jagot « Αποτελεί μια πολύτιμη ανακάλυψη των ψυχικών επιστημών τ’ ότι απέδειξαν πως κάθε εγκεφαλική παρόρμηση βάζει σε ενέργεια έναν δημιουργικό αυτοματισμό και πως με ένα επιδέξιο χειρισμό πετυχαίνει κανείς μέσα του αυτή τη διάθεση χάρη στην οποία μπορεί να απαιτήσει τα πάντα από τον εαυτό του. Ούτε μια κίνηση, ούτε ένα κύτταρο δεν ξεφεύγουν απ΄ την εξάρτηση του νου». (Jagot, 1962, σελ. 9)

Πολλές φορές στα άτομα που είναι ψυχικά άρρωστα λαμβάνονται υπόψη θεωρίες για τη ψυχή και τη δομή της, τα συμβάντα, τα γιατί και οι επιθυμίες και δεν λαμβάνεται υπόψη το υποσυνείδητο στη «ζωντανή του μορφή», το μέσα μέρος του, ως μια δύναμη ακατανίκητη.

Αυτό συμβαίνει, διότι δεν ξέρουμε όλες του τις πλευρές του, υπάρχουν περιοχές που ακόμη που δεν τις έχουμε δει, ούτε τις έχουμε μελετήσει επαρκώς. Δεν έχουμε καμία πληροφόρηση για μια τεράστια «αποθήκη μνήμης» που έχει το υποσυνείδητο, πώς αντιδρά σε αυτές και πώς λειτουργεί στη διάρκεια του ξύπνιου και του ύπνου, με αποτέλεσμα να γίνονται λάθη. Σε άλλο χωρίο ο συγγραφέας στο βιβλίο του, αναφέρει χαρακτηριστικά ότι: «Δεν έχουμε καμία επιρροή στους ψυχολογικούς μηχανισμούς». (Jagot, 1962, σελ. 9). Στην ύπνωση ο θεραπευτής μιλάει και επενεργεί στον ασθενή εξετάζει τις περαιτέρω λειτουργίες του υποσυνειδήτου .

Ο Jagot κάνει μια προσπάθεια να δώσει τη δική του ερμηνεία μέσα από τις εμπειρίες του και τις υπνώσεις στους ασθενείς του. Αποκωδικοποιώντας τα γραφόμενά του στην «Πρακτική Μέθοδο Αυθυποβολής», παρατηρούμε τις λειτουργίες τις οποίες θεωρώ ότι αυτές μπορεί να δρουν καταλυτικά κατά ένα μέρος στα συμβεβηκότα. Ασφαλώς και δεν τα ξέρουμε τα συμβαίνοντα αφού δεν γνωρίζουμε τη σκοτεινή πλευρά του υποσυνειδήτου την οποία ενεργοποιεί η πνευματική παρόρμηση και τα εξωτερικά ερεθίσματα. Υπάρχουν όμως βάσιμες ενδείξεις ότι ο ήχος, η μυρωδιά, η φωνή, οι εποχές, η θερμοκρασία επιδρούν με την αντανάκλαση διότι δεν μπορεί να είναι μόνο ερέθισμα όλα αυτά, αλλά και αυτοματισμός του υποσυνειδήτου.

Όταν υπάρχει η μορφή, ιδέα, η εικόνα, μπορεί κάτι να απηχεί ως κάτι άλλο, ίσως να αντανακλάται. Καμιά φορά αυτό μπορεί να συμβαίνει κι από πολύ μακριά και τότε μοιάζει σαν κάτι να ακούμε πως έγινε ή μας θυμίζει εικόνες και παραστάσεις όταν μας περιγράφουν γεγονότα ή ακόμη κι όταν κάπου τα διαβάζουμε.

*Jagot, P. (1962). Πρακτική Μέθοδος Αυθυποβολής. Μετάφρ. Αντ. Θ. Μοσχοβάκης Αθήνα: Βιβλιοθήκη για Όλους.

 

 

 

Post Author: athensupdategr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *