Η αριστερά έκανε πάντα κριτική στην αστική δημοκρατία ότι ήταν προσχηματική δημοκρατία δι’ αντιπροσώπων και των ελίτ. Αλλά την ίδια στιγμή η αριστερά είχε μια άλλου είδους αντιπροσώπευση και συγκεντρωτισμό. Την ολιγαρχία της ηγετικής κάστας του κόμματος και των συνδικάτων η οποία πήγαζε από την θεωρία του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και κατέληξε στον μονοκομματισμό.
Ολιγαρχικό χωρίς αμφιβολία ήταν το καθεστώς που ιστορικά επεβλήθη στις πρώην χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού» το οποίο απατηλά ονόμαζε λαϊκές δημοκρατίες. Πριν την κατάρρευση το 1989 αμφισβητήθηκε και από τον Ευρωκομουνισμό, χωρίς όμως να αναδειχθεί ένα διαφορετικό κομματικό μοντέλο πέρα από το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό. Έτσι η αριστερά ευθύνεται ίσως σε μεγαλύτερο βαθμό από τον φιλελευθερισμό για το ψευδεπίγραφο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Ευθύνεται για την ολοκληρωτική και συγκεντρωτική πολιτική κουλτούρα που κυριάρχησε ολόκληρο τον 20ο αιώνα ως γνήσιο τέκνο της 2ης βιομηχανικής επανάστασης. Σε αυτό τον τομέα δεν διαφέρει και πολύ από την δεξιά που επιχείρησε και επέβαλε στο διάβα της δικτατορίες. Η αλήθεια είναι ότι η 1η και δεύτερη σοσιαλιστική διεθνής δεν ξεκίνησε συγκεντρωτικά. Αρχικά φλέρταρε με τον κοινοτισμό και την άμεση δημοκρατία. Η μετριοπαθής μάλιστα πτέρυγα της σοσιαλδημοκρατίας ήταν σαφώς υπέρ του κοινοβουλευτισμού όπως και οι φιλελεύθεροι.
Ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός ξεκίνησε και αναπτύχθηκε μέσα στο κόμμα του Λένιν, τον μπολσεβικισμό και κατέληξε στο ολοκληρωτικό κράτος του Στάλιν. Από το 1921, χρησιμοποιώντας τον μηχανισμό του «δημοκρατικού συγκεντρωτισμού» κυριάρχησε στο κράτος και από εκεί εξαπλώθηκε σ’ όλη την 3η Κομουνιστική διεθνή επιδρώντας κυριαρχικά σε όλη την αριστερά.
Επόμενο ήταν η αμεσοδημοκρατική λειτουργία των σοβιέτ που αρχικά λειτουργούσε παράλληλα με την ιεραρχική δομή του κόμματος, ατρόφησε και πλέον λειτουργούσε ως φερέφωνο του κόμματος. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα υπερβολικό συγκεντρωτισμό της πολιτικής εξουσίας στο κόμμα, αφαίρεση της πρωτοβουλίας από τις τοπικές οργανώσεις του κόμματος και αυστηρό έλεγχο από πάνω στην βιομηχανία, το Κόμμα και την τοπική αυτοδιοίκηση.
Το καθεστώς αυτό αφού έγινε παράδοση και κυρίαρχη γραμμή βαραίνει σήμερα σε όλη την αριστερά. Η τραγική ειρωνεία της ιστορίας είναι ότι ο «υπαρκτός σοσιαλισμός» ως μοντέλο προσπάθησε να επιβάλει την οικονομική ισότητα απέτυχε ιστορικά παραγνωρίζοντας την ανάγκη για δημοκρατική ισότητα. Και τώρα στην ίδια γεωγραφική έκταση αποτυγχάνει πάλι ως τυπική κοινοβουλευτική δημοκρατία, χωρίς από να υπάρχει από την άλλη πλευρά το αιτούμενο της οικονομικής ισότητας.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Σημαίνουν ότι η δημοκρατία χωρίς το αιτούμενο της οικονομικής δημοκρατίας, αφυδατώνεται, από το ουσιαστικό περιεχόμενό της και γίνεται συγκεκαλυμμένη ολιγαρχία. Αυτό το φαινόμενο ιστορικά είναι μια αντίφαση καθώς η δημοκρατία υφίσταται και ορίζεται σε αντιπαράθεση με την Πολιτική και οικονομική Ολιγαρχία, η οποία σε τελική ανάλυση εκφράζει τον καπιταλισμό. Δημοκρατία και Καπιταλισμός όπως λέει ο Θέροου, είναι δυο ανταγωνιστικές έννοιες και η ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ των δύο τίθεται υπό περιορισμούς.
Η ειρηνική συνύπαρξη δύο κατά βάση αντίθετων συστημάτων δημιουργεί ένα μεικτό πολιτικό σύστημα μεταξύ ολιγαρχίας και δημοκρατίας. Με την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού υπάρχει πλέον μια μεγαλύτερη ομοιομορφία στο παραδειγματικό μοντέλο μεταξύ δύσης και ανατολής. Πρόκειται για παραδειγματικό μοντέλο που είναι προϊόν μιας άλλης εποχής. Της 2ης βιομηχανικής επανάστασης στο διάστημα της οποίας παρά το γεγονός ότι υπήρξαν δυο μεγάλα αντιμαχόμενα στρατόπεδα για την εξουσία ολόκληρο τον 20ο αιώνα στην ουσία λειτουργούσαν με τους ίδιους κώδικες της 2ης βιομηχανικής επανάστασης.
Οι κώδικες αυτοί είναι: συγκεντρωτισμός των πάντων, της παραγωγής της ενέργειας ,του πληθυσμού στις μεγάλες πόλεις της οικονομίας και του πλούτου στις τράπεζες. Εξειδίκευση και κατάτμηση σε άπειρες ειδικότητες. Μεγιστοποίηση και επέκταση των εταιρειών.
Τυποποίηση προϊόντων ώστε να παράγονται εκατομμύρια ίδια προϊόντα σε γραμμική παραγωγή. Γραμμική οργάνωση του σχολείου και της γραφειοκρατίας. Όλα αυτά που καθορίζουν την ζωή μας ελάχιστα διαφέρουν μεταξύ του καπιταλιστικού και του λεγόμενου «σοσιαλιστικού» μοντέλου. Η διαφορά μάλλον εντοπίζεται στην ατομική ιδιοκτησία που στηρίζεται ο καπιταλισμός και στην κρατική ιδιοκτησία που στηρίζεται ο κρατικός καπιταλισμός. Ο κοινοτισμός δεν εκφράζεται πουθενά και ο ατομισμός κυριαρχεί και στις δυο εκδοχές.
Με αυτή την ερμηνεία είχαμε μια οικονομική ολιγαρχία στη δύση από τις διευθυντικές Ελίτ, με προσχηματική δημοκρατία χωρίς την δυνατότητα συμμετοχής των πολιτών στις τελικές οικονομικές αποφάσεις. Και ταυτόχρονα μια πολιτική ολιγαρχία στην ανατολική Ευρώπη εξέθρεψε τον ολοκληρωτισμό μέχρι την πτώση του καθεστώτος. Αυτό το παραδειγματικό μοντέλο πολιτικής δεν μπορεί να συνεχιστεί στην Τρίτη και τέταρτη βιομηχανική εποχή. Έχουν αλλάζει τα τεχνολογικά και πληροφοριακά δεδομένα και η οριζόντια οργάνωση της κοινωνίας είναι επιτακτική. Συνεχίζεται…